Αγιολογικα
A+
A
A-

182. Τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου (Α΄)

Τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου

 

Ὁ ἅγιος Σιλουανός καταγόταν ἀπό τή Ρωσία. Ἦλθε στό Ἅγιον Ὄρος καί γιά πολλά χρόνια ἀσκήτεψε στό Ρωσικό, στήν ἱερά Μονή τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος. Ἦταν καί αὐτός ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι στόν κόσμο καί, ἄν θέλετε, εἰδικότερα ἦταν καί αὐτός ὅπως ἦταν ὅλοι οἱ ἄλλοι μοναχοί, τότε καί πρίν καί μετά, στό Ἅγιον Ὄρος. Ὁ ἅγιος Σιλουανός, ὡς ἄνθρωπος προικισμένος ὅπως κάθε ἄνθρωπος μέ νοῦ, μελέτησε τό γεγονός ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἦλθε στή γῆ καί ὄχι μόνο ἔγινε ἄνθρωπος, ἀλλά παρέδωσε τόν ἑαυτό του, ἔδωσε τόν ἑαυτό του καί θυσιάσθηκε γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, γιά τόν ἁγιασμό τῶν ἀνθρώπων. Καί πίστεψε ὅτι καί γι᾿ αὐτόν πέθανε ὁ Χριστός, καί ὅτι, ὅσο ἁμαρτωλός κι ἄν ἦταν, ὅσα πάθη κι ἄν εἶχε, ὅσες ἀδυναμίες κι ἄν εἶχε, ὁ Χριστός μποροῦσε νά τόν γιατρέψει καί νά τόν ἁγιάσει. Καί γι᾿ αὐτό ἔδωσε τόν ἑαυτό του χρόνια ὁλόκληρα στόν πνευματικό ἀγώνα.

Δέν πῆγε στό Ἅγιον Ὄρος ἁπλῶς γιά νά βρεῖ ἡσυχία, γιά νά βολευτεῖ, ἔστω ἁπλῶς γιά νά ζήσει κάπως πνευματικά. Ἀλλά τί; Συναισθανόμενος ἀπό τό ἕνα μέρος τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τή θυσία τοῦ Χριστοῦ γιά τόν ἄνθρωπο καί ἀπό τό ἄλλο μέρος τό πόσο ἁμαρτωλός εἶναι κάθε ἄνθρωπος καί πόσο ἁμαρτωλός ἦταν κι ἐκεῖνος, ἔδωσε τόν ἑαυτό του καθημερινή θυσία στόν πνευματικό ἀγώνα, ἀνταποκρινόμενος στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.

Ἦρθαν οἱ πειρασμοί, ἦρθαν οἱ δυσκολίες

Ὁ ἅγιος Σιλουανός εἶχε μεγάλο ζῆλο· εἶχε ἀγάπη πρός τόν Χριστό, γι᾿ αὐτό καί νωρίς τόν ἐπισκέφθηκε κατά αἰσθητό τρόπο ἡ χάρη,ὅπως συνέβη καί στόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο, πού τόν ἐπισκέφθηκε πολύ αἰσθητά ἡ χάρη καί ὕστερα ὑποχώρησε καί σάν νά τά ἔχασε ὅλα. Ἦρθαν οἱ πειρασμοί, ἦρθαν οἱ δυσκολίες.

Γιά νά τά καταλάβουμε αὐτά, καλό εἶναι νά δοῦμε τήν εὐαγγελική περικοπή τῆς θείας Λειτουργίας. Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς. Μόλις πᾶμε στόν Χριστό, ὅλους, ὅσοι ἔχουμε αἴσθηση τῆς ἁμαρτίας καί εἴμαστε βεβαρημένοι καί κουρασμένοι ἀπό τό φορτίο της, ὁ Χριστός θά μᾶς ἀναπαύσει. Ἔπειτα ὅμως πρέπει νά σηκώσει κανείς τόν ζυγό τοῦ Χριστοῦ. Γι᾿ αὐτό στή συνέχεια ὁ Χριστός προσθέτει: Ἄρατε τόν ζυγόν μου ἐφ᾿ ὑμᾶς καί μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ ὅτι πρᾶός εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ, καί εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν. Καί σ᾿ αὐτό, στό νά σηκώνει τόν ζυγό, ὄχι λίγες φορές, καί στόνἕνα ἅγιο καί στόν ἄλλο καί στόν ἄλλο τά πράγματα φάνηκαν πολύ νά δυσκολεύουν.

Εἴπαμε προηγουμένως ὅτι ὁ ἅγιος Συμεών εἶχε φοβερή ἐμπειρία τῆς χάριτος ἀκόμη ἀπό πολύ νέος. Καί ὅμως, ἀπέσυρε ὕστερα αὐτή τή χάρη ὁ Θεός, καί δοκιμάστηκε φοβερά ὁ ἅγιος, ὥσπου, καθώς ἔμεινε πιστός καί ἀκολουθοῦσε τόν Χριστό, ὅ,τι κι ἄν τοῦ στοίχιζε, ἔγινε δοχεῖο καθαρό τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ φωτός τοῦ Κυρίου. Αὐτό συνέβη καί στόν ἅγιο Σιλουανό. Μετά ἀπό τήν πρώτη ἐπίσκεψη τῆς χάριτος, πῶς ἔγινε, καί ἔχασε τή χάρη. Ἔχασε τή χάρη καί ἔπεσε σέ πειρασμούς, σέ δυσκολίες· τρόπον τινά, κινδύνευε νά καταποντιστεῖ. Καί κράτησε αὐτό καμιά δεκαπενταριά χρόνια. Καί αὐτά τά χρόνια τά δύσκολα προσευχόταν καί πάλι προσευχόταν ὁ ἅγιος καί ταπεινωνόταν καί ἔκλαιγε καί ὀδύρετο καί δέν ἤθελε νά μήν ἀκολουθεῖ τόν Χριστό, ἀλλά οἱ πειρασμοί πειρασμοί, οἱ δυσκολίες δυσκολίες.

«Ἔτσι παιδεύονται οἱ ὑπερήφανοι»

Καί κάποια φορά, ὅπως γράφει ὁ π. Σωφρόνιος,καθώς τόν ἐνοχλοῦσαν οἱ δαίμονες, ζήτησε στήν προσευχή του νά τόν διδάξει ὁ Κύριος τί νά κάνει, γιά νά μήν τόν ἐνοχλοῦν. Καί μέσα στήν καρδιά του πῆρε τήν ἀπάντηση: «Ἔτσι παιδεύονται οἱ ὑπερήφανοι». Καί ὅταν ὁ ἅγιος ρώτησε:«Τί νά κάνω γιά νά ταπεινωθῶ;» πῆρε μέσα στήν καρδιά του τήν ἀπάντηση τοῦ Κυρίου:«Κράτα τόν νοῦ σου στόν ἅδη καί μήν ἀπελπίζεσαι». Εἶναι χαρακτηριστικό αὐτό· τό βρίσκουμε στόν ἅγιο Σιλουανό. Καί ἄλλοι ἅγιοι πέρασαν τέτοιες δυσκολίες, ἀλλά αὐτός ἄκουσε συγκεκριμένη φράση, πού ἀξίζει νά τήν ἐνθυμούμαστε πάντοτε.

Δηλαδή ἦταν τόσο ἄσχημα τά πράγματα, τόσο δύσκολα, τόσο ἀπαράκλητα,πού κόντευε νά ἀπελπιστεῖ. Καί σ᾿ αὐτές τίς περιπτώσεις ὁ ἄνθρωπος ξετινάζεται γιά τά καλά. Ἐμεῖς τώρα εἴμαστε πολύ φτωχαδάκια, δηλαδή ψευτοχριστιανοί, καί ἰδέα δέν ἔχουμε ἀπό αὐτά. Καί ὅμως, πρέπει νά ἀγαπήσουμε τόν Χριστό, καί μιμούμενοι τούς ἁγίους, καί τούς παλαιοτέρους καί τούς νεωτέρους, νά ἀποφασίσουμε νά ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό ὅ,τι καί ὅσο κι ἄν μᾶς στοιχίσει.

Λίγο πολύ ὁ καθένας θά περάσει ἀπό αὐτή τήν κατάσταση, σάν νά εἶναι δηλαδή στόν ἅδη· σάν νά μήν ὑπάρχει ἀπό πουθενά παρηγορία καί σάν νά ἔρχεται μιά θάλασσα ἀπελπισίας νά καταποντίσει τόν ἄνθρωπο. Καί ὅμως, ἡ συμβουλή τοῦ Χριστοῦ στόν ἅγιο Σιλουανό ἦταν: «Κράτα τόν νοῦ σου στόν ἅδη καί μήν ἀπελπίζεσαι».Μή φοβᾶσαι δηλαδή πού ὅλα τά βλέπεις ἔτσι, καί σάν νά εἶσαι βουλιαγμένος, σάν νά χάνεσαι. Κράτα τόν νοῦ σου στόν ἅδη, μέ τήν ἔννοια: ταπεινώσου, ταπεινώσου.

Ἐξ ὅσων ἐγώ καταλαβαίνω, οἱ περισσότεροι χριστιανοί πούκάνουν μιά προσπάθεια, ἕναν ἀγώνα, τόν κάνουν μήπως καί νιώσουν λίγο ὅτι εἶναι καλοί χριστιανοί, καί ἔτσι νά ἀναθαρρήσουν καί νά καμαρώσουν καί λίγο τόν ἑαυτό τους –δέν τό κάνουν ἔτσι ἀκριβῶς συνειδητά, ἀλλά κρυφά-κρυφά ὑποσυνείδητα ἔτσι ἐνεργοῦν. Ὁπότε, δέν μπορεῖ νά προκόψει κανείς. Ἐπιτρέπει λοιπόν ὁ Θεός νά ἔρθουν ἔτσι τά πράγματα, ὥστε νά βουλιάξεις γιά τά καλά στόν ἅδη, καί ἐσύ νά μήν ἀπελπιστεῖς, οὔτε νά θέλειςνά βγεῖς ἀπό κεῖ, καθώς αὐτό ὅλο εἶναι μιά ταπείνωση, καί τήν ταπείνωση δέν τή σηκώνει ὁ ἄνθρωπος.

Καί μαρτύρια μπορεῖ νά σηκώσει κανείς καί πολλά ἄλλα, δέν θέλει ὅμως νά ταπεινωθεῖ. Παλαιότερα οἱ ἅγιοι –οἱ μάρτυρες καί οἱ ὅσιοι– ζοῦσαν αὐτή τήν ταπείνωση, κυρίως καθώς μαρτυροῦσαν, καί ἦταν τόσο δύσκολα τά πράγματα, καί ὅμως μέ τίποτε δέν ἀρνοῦνταν τόν Χριστό καί, τρόπον τινά, περνοῦσαν ἔτσι ἀπό τόν ἅδη καί δέν ἀπελπίζοντανσύμφωνα μέ τό: «Κράτα τόν νοῦ σου στόν ἅδη καί μήν ἀπελπίζεσαι».

Ἔτσι θά σέ στίψει ὁ Θεός…

Τώρα δέν ἔχουμε μαρτύρια, τώρα δέν ἔχουμε ἐχθρούς πού θέλουν νά μᾶς κόψουν τό κεφάλι ἤ νά μᾶς κάνουν ἄλλα μαρτύρια. Σήμερα, ὅποιος θέλει νά γίνει χριστιανός, χρειάζεται νά τά πάρει ἔτσι τά πράγματα: νά ἀγαπήσει τήν ταπείνωση, νά ἀρχίσει νά σκέφτεται τήν ταπείνωση. Καί ταπείνωση εἶναι νά φύγει ἀπό μέσα σου ἡ ὑπερηφάνεια. Θά σέ στίψει ἔτσι ὁ Θεός, πού θά φύγει ἀπό μέσα σου κάθε ζουμί ὑπερηφανείας, ἄν ἐπιτρέπεται νά ποῦμε. Πῶς εἶναι ἕνα ροῦχο πού τό πλένεις καί μετά τό στίβεις κατά τέτοιον τρόπο πού δέν μένει οὔτε σταγόνα νεροῦ, ἔτσι θά σέ στίψει ὁ Θεός. Στά χρόνια μας, θά ἔλεγα ὅτι κυρίως ἀπό αὐτό θά περάσουμε ὅλοι.

Θά ἐπιτρέψει ὁ Θεός νά ἔρθουν τά πράγματα ἔτσι πού θά ταπεινωθοῦμε, ὥστενά μή μείνει ἴχνος ὑπερηφανείας. Ἐκεῖ μᾶς θέλει ὁ Κύριος: νάἔχουμε ἐπίγνωση ὅτι εἴμαστε στόν ἅδη, νά ἔχουμε ἐπίγνωση ὅτι καταποντιζόμαστε σέ καταστάσεις πού θά φέρουν ἀπελπισία, ἀλλά ἐμεῖς νά μήν ἀπελπιστοῦμε. Ἔτσι ἔκανε ὁ ἅγιος Σιλουανός καί εὐλογήθηκε μετά. Ἀλλά καί ὁ ἅγιος Συμεών εὐλογήθηκε πάρα πολύ, ὅπως τό λέει καί τό ξαναλέει. Καί γενικότερα οἱ ψυχές τῶν χριστιανῶν, ἐφόσον ἔτσι τά πάρουν τά πράγματα καί κάνουν τήν ὑπομονή τους μέχρι τέλους, εὐλογοῦνται, χαριτώνονται, βρίσκουν πραγματικά τόν Χριστό καί εἰσέρχονται στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Δέν χρειάζεται νά ποῦμε περισσότερα. Αὐτά νά λάβουμε ὑπ᾿ ὄψιν, καί ἀπό ἀπόψε κιόλας –καί μόνο πού θά τάμελετήσει καλύτερα κανείς αὐτά καί θά τά βάλει μέσα στήν καρδιά του καί θά ἔχει πόθο νά κάνει κόπο, νά μή φοβηθεῖ, νά μήν ὑποχωρήσει, νά κάνει ὑπομονή, νά μήν ἀπελπιστεῖ– θά ἔρθει ἡ παρηγορία στήν ψυχή. Ἀλλά ὁ Θεός ξέρει πόσο ὁ καθένας μας θά μείνει, ἄν ἐπιτρέπεται νά ποῦμε, ἐκεῖ στόν ἅδη καί πόσο ὁ καθένας μας θά στιφτεῖ γιά τά καλά, γιά νά ἔρθει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ἔχουν τά πράγματα.

Ὁ ἄνθρωπος ἔχει τήν εὐθύνη

Πάντοτε, ὅταν μιλοῦμε γι᾿ αὐτά, μοῦ ἔρχεται ἡ σκέψη ὅτιτώρα ὁ κάθε ἀκροατής θά λέει: «Γιατί νά εἶναι ἔτσι δύσκολα τά πράγματα; Γιατί τά ἔκανε ἔτσι ὁ Θεός;» Ὄχι, δέν τά ἔκανε ἔτσι ὁ Θεός. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει τήν εὐθύνη, διότι στά καλά καθούμενα ἁμάρτησε. Στά καλά καθούμενα. Δηλαδή χωρίς νά ἔχει καμία δυσκολία νά τηρήσει αὐτό πού τοῦ εἶπε ὁ Θεός ἐκεῖ στόν παράδεισο καί χωρίς νά ἔχει μέσα του τήν ἁμαρτία ὁ πρωτόπλαστος, ὁ παραδεισένιος ἄνθρωπος ἁμάρτησε.

Ἀπό κεῖ καί πέρα, ὅλοι,καθώς γεννιόμαστε καί μέ τήν ἁμαρτία, ἐνεργοῦμε παρόμοια. Νά, τέτοιος εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Δέν ἀδικεῖ ὁ Θεός κανέναν, οὔτε παιδεύει οὔτε δυσκολεύει.Γιά νά μᾶς σώσει,ἐπιτρέπει ὁ Θεόςνά πάθουμε καί τά μέν καί τά δέ, γιά νά ἔρθει αὐτό τό μεγάλο καλό πού κατά βάθος τό ποθεῖ ἡ καθεμιά ψυχή. Ἔλα ὅμως πού δέν ταπεινώνεται κανείς. Γνωρίζουμε πολλές ψυχές πούπαιδεύονται, παιδεύονται, παιδεύονται, ἐπειδή δέν θέλουν νά ταπεινωθοῦν.

«Κράτα τόν νοῦ σου στόν ἅδη καί μήν ἀπελπίζεσαι».

24-9-2009