Ακολουθια Αγιασμου
A+
A
A-

26. Ὁ μέγας ἁγιασμός

Σήμερα θά πῶ λίγα λόγια γιά τόν μέγα ἁγιασμό. Γι᾿ αὐτό τό θέμα ἔχω πεῖ ὄχι μόνο παλιά, πού μιλήσαμε γιά τά πρακτικά αὐτά θέματα, ἀλλά καί παρεμπιπτόντως ἄλλες φορές καί στή θεία Λειτουργία καί τήν ἡμέρα τῶν Θεοφανείων μπορεῖ νά εἴπαμε. Ὅμως ὁρισμένοι πιθανόν νά μήν ἔχετε ἀκούσει, γι᾿ αὐτό, παρακαλῶ, νά προσέξετε μερικά πού θά ποῦμε σύντομα-σύντομα.

{Μιά ἱστορική ἀναδρομή}

Ἔχουμε τόν μικρό ἁγιασμό, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά γίνεται πάντοτε. Συνηθίζουν οἱ χριστιανοί νά τόν κάνουν τήν πρώτη ἡμέρα τοῦ μηνός, ἀλλά καί ὁποιαδήποτε ἄλλη ἡμέρα. Ἔχουμε καί τόν μέγα ἁγιασμό, ὁ ὁποῖος γίνεται μία φορά τόν χρόνο, τήν ἡμέρα τῶν Θεοφανείων. Ὁ ἁγιασμός αὐτός, αὐτή ἡ ἀκολουθία τῆς τελέσεως τοῦ ἁγιασμοῦ, πού γίνεται τήν ἡμέρα τῶν Θεοφανείων, ξεκίνησε ἀπό τό βάπτισμα. Πρίν καθιερωθεῖ ὁ νηπιοβαπτισμός, σέ ὅποιον ἤθελε νά γίνει χριστιανός, γινόταν κατήχηση, ἡ διάρκεια τῆς ὁποίας ἦταν ἀρχικά μικρή καί ἀπό τόν 2ο αἰώνα ἦταν τριετής. Ὅσοι εἶχαν κατηχηθεῖ καί ἦταν ἕτοιμοι νά βαπτιστοῦν, νά γίνουν χριστιανοί, βαπτίζονταν τήν παραμονή τῶν Χριστουγέννων, γι᾿ αὐτό ψάλλουμε τά Χριστούγεννα: Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε. Ἐπίσης βαπτίζονταν τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων, τήν παραμονή τοῦ Πάσχα καί τήν Πεντηκοστή. Σ᾿ αὐτές τίς τέσσερις γιορτές ψάλλουμε ἀντί τοῦ Ἅγιος ὁ Θεός τό Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, ἀκριβῶς διότι τότε κυρίως βαπτίζονταν οἱ κατηχούμενοι, μάλιστα ὁμαδικά.

Τήν ἡμέρα τῶν Θεοφανείων, ἐπειδή ἦταν καί ἡ ἑορτή τῆς βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἐκκλησία ἔδινε ἰδιαίτερη σημασία στήν ὅλη τελετή τῆς βαπτίσεως τῶν κατηχουμένων, καί ὅσο νά ᾿ναι τήν ἡμέρα αὐτή πιό πολύ ἔνιωθαν οἱ χριστιανοί ὅτι ὁ Κύριος εἶχε ἁγιάσει τά ὕδατα. Ὄχι ἁπλῶς ἁγιαζόταν τό νερό, γιά νά βαπτιστοῦν οἱ κατηχούμενοι, ἀλλά βαπτισθείς ὁ Κύριος εἶχε ἁγιάσει ὅλα τά ὕδατα. Καί ἔτσι τήν παραμονή τό βράδυ πρός τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων, πού γινόταν ἀγρυπνία, παννυχίδα, καί βαπτίζονταν οἱ κατηχούμενοι περίπου τά μεσάνυκτα, ἔδινε ἡ Ἐκκλησία ἰδιαίτερη σημασία στό νερό πού ἁγιαζόταν, γιά νά βαπτιστοῦν.

Σιγά-σιγά, ἀκριβῶς καί γιά νά τιμήσουν περισσότερο τήν ἑορτή τῆς βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ, πρίν μποῦν μέσα στό βαπτιστήριο οἱ μέλλοντες νά βαπτιστοῦν –δέν εἶχαν τότε κολυμβῆθρες, ἀλλά μεγάλα βαπτιστήρια, καί ἄν δέν χωροῦσαν ὅλοι νά μποῦν, ἐν πάσῃ περιπτώσει ἔμπαιναν καθ᾿ ὁμάδες μέσα– καθώς προηγουμένως τό ἁγίαζαν τό νερό οἱ ἱερεῖς –παρών πάντοτε καί ὁ ἐπίσκοπος– καί τό νερό αὐτό ἦταν ἁγιασμός, τό βρῆκαν καλό νά παίρνουν ἀπό τό νερό αὐτό τό ἁγιασμένο. Πρέπει νά ξέρετε ὅτι κάθε φορά πού ὁ ἱερέας βαπτίζει ἕνα παιδί, πρῶτα ἁγιάζει τό νερό. Καί ἄν θά προσέξετε, μία εὐχή πού λέγεται στό βάπτισμα εἶναι μιά ἀπό τίς κύριες εὐχές πού λέγονται στόν μέγα ἁγιασμό. Ἔπαιρναν λοιπόν οἱ χριστιανοί ἀπό τό ἁγιασμένο αὐτό νερό –γιά νά χριστοῦν μέ αὐτό, νά πιοῦν κιόλας καί νά τό πάρουν μαζί τους νά ραντίσουν τά σπίτια, τά χωράφια τους, τούς κήπους, νά ραντίσουν τά πάντα– καί μετά ἔμπαιναν οἱ κατηχούμενοι μέσα καί βαπτίζονταν. Αὐτό ἔγινε στήν ἀρχή ἔτσι δειλά-δειλά, καί σιγά-σιγά βρῆκε ἡ Ἐκκλησία ὅτι θά μποροῦσε νά γίνεται ὄχι μόνο σέ ἕνα μέρος, ἀλλά νά γίνεται σέ ὅλη τήν Ὀρθοδοξία, σέ ὅλους τούς ναούς τήν ἡμέρα αὐτή.

Ὅταν ἀργότερα καθιερώθηκε ὁ νηπιοβαπτισμός, δέν γίνονταν ὁμαδικές βαπτίσεις στίς ἑορτές πού ἀναφέραμε. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως θεώρησε καλό εἰδικά τά Θεοφάνεια, πού εἶναι ἡ ἑορτή τῆς βαπτίσεως τοῦ Κυρίου, ἀπό τήν ἀκολουθία τῆς βαπτίσεως πού ἄλλοτε γινόταν νά παραμείνει ὁ ἁγιασμός τῶν ὑδάτων. Ἔτσι λοιπόν σιγά-σιγά καθιερώθηκε ξεχωριστή τελετή ἁγιασμοῦ τῶν ὑδάτων, γιά νά γίνεται ὁ ἁγιασμός τήν ἡμέρα αὐτή τῶν Θεοφανείων, πού εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς βαπτίσεως τοῦ Κυρίου. Ἡ ὅλη ἀκολουθία συμπληρώθηκε ἔτσι ὅπως τήν ξέρουμε σήμερα, καί ἔκτοτε ἡ Ἐκκλησία τελεῖ τόν μέγα ἁγιασμό αὐτή τήν ἡμέρα σέ ὅλους τούς ναούς, εἰδικά γιά νά ἁγιαστεῖ τό νερό, καί νά πάρουν οἱ χριστιανοί νά πιοῦν ἀπό τό ἁγιασμένο αὐτό νερό, τόν μέγα ἁγιασμό, καί νά ραντίσουν καί τά σπίτια τους.

{ Ὁ ἁγιασμός τῆς παραμονῆς καί τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων}

Καθώς περνοῦσαν ὅμως τά χρόνια καί δημιουργοῦνταν ἀνάγκες διάφορες, εἶδαν οἱ ὑπεύθυνοι τῆς Ἐκκλησίας ὅτι δέν ἐξυπηρετοῦνταν ὅλοι οἱ χριστιανοί, ἄν γίνεται ὁ μέγας ἁγιασμός μόνο τήν ἡμέρα τῶν Θεοφανείων. Ὁ ὁποῖος μέγας ἁγιασμός κανονικά πρέπει νά γίνεται μεταξύ ὄρθρου καί θείας Λειτουργίας καί ὄχι ὅπως γίνεται τώρα μετά τή θεία Λειτουργία, πάλι γιά πρακτικούς λόγους, γιά νά ἐξυπηρετήσει ἔτσι ἡ Ἐκκλησία καλύτερα τούς πιστούς. Δέν ἦταν δυνατόν λοιπόν νά ἐξυπηρετηθοῦν ὅλοι οἱ χριστιανοί, ὅλοι οἱ πιστοί, μέ τό νά γίνεται ὁ μέγας ἁγιασμός μόνο ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς. Γι᾿ αὐτό ἔκαναν τόν μέγα ἁγιασμό καί τήν παραμονή. Καί πρῶτα φαίνεται στά Ἰεροσόλυμα τό ἔκαναν αὐτό, καί ὕστερα διαδόθηκε καί ἀλλοῦ.

Καί γιατί δέν ἐξυπηρετοῦνταν ὅλοι; Διότι κατά κανόνα ὁ μέγας ἁγιασμός τά Θεοφάνεια γινόταν τά μεσάνυκτα, ὅπως λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Γιά πολλούς καί διαφόρους λόγους δέν μποροῦσαν ὅλοι οἱ χριστιανοί νά πᾶνε στούς ναούς ἐκείνη τήν ὥρα μέσα στή νύχτα, εἴτε διότι ἦταν ἄρρωστοι εἴτε διότι ἦταν γέροντες εἴτε διότι εἶχαν κάποιο ἄλλο ἐμπόδιο· μάλιστα, καθώς εἶναι χειμώνας, συνήθως κάνει κρύο.

Κατ᾿ ἀρχήν, τό ἀπόγευμα τῆς παραμονῆς γινόταν ὁ ἑσπερινός τῆς ἑορτῆς μέ τή θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί ἐν συνεχείᾳ ὁ μέγας ἁγιασμός. Ὅμως σιγά-σιγά, ὅ,τι γινόταν τό ἀπόγευμα, μετατέθηκε τό πρωί τῆς παραμονῆς. Καί ἔτσι τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων πρωί-πρωί γίνεται ὁ ὄρθρος, οἱ μεγάλες ὧρες, ὁ ἑσπερινός τῆς ἑορτῆς, ἡ θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί ἀμέσως μετά ὁ μέγας ἁγιασμός, γιά νά ἐξυπηρετοῦνται κατ᾿ αὐτόν τόν τρόπο ὅλοι οἱ πιστοί.

Ἀπό αὐτό καταλαβαίνετε ὅτι ὁ μέγας ἁγιασμός πού τελεῖται τήν παραμονή εἶναι ὁ ἴδιος μέ αὐτόν πού τελεῖται ἀνήμερα. Μάθετέ το λοιπόν μιά γιά πάντα, γιατί μπερδεύονται οἱ χριστιανοί. Εἶναι ὁ ἴδιος ἀκριβῶς, ἄσχετα ἄν τήν παραμονή, σύμφωνα μέ τό τυπικό, κάποια εὐχή δέν ἀκούγεται, ἀλλά τή λέει ὁ ἱερέας μυστικῶς. Ἡ ὅλη λοιπόν ἀκολουθία τοῦ μεγάλου ἁγιασμοῦ ὅπως γίνεται τήν ἡμέρα τῶν Θεοφανείων, ἔτσι γίνεται καί τήν παραμονή, καί εἶναι ὁ ἴδιος ἁγιασμός. Ἑπομένως, αὐτά τά ἐρωτήματα «ποιός πίνεται καί ποιός δέν πίνεται, μέ ποιόν ραντίζουν καί μέ ποιόν δέν ραντίζουν», δέν στέκονται. Καί ἑπομένως καί μέ τόν ἕναν ἁγιασμό καί μέ τόν ἄλλο ραντίζουν καί ἐπίσης πίνονται καί οἱ δύο. Νά τό ξέρετε αὐτό.

{ Μποροῦν οἱ χριστιανοί νά κρατοῦν μέγα ἁγιασμό στό σπίτι τους;}

Νά ποῦμε ἐπίσης καί τό ἑξῆς: Ὅπως βλέπουμε, ἀφοῦ κάνει ὁ ἱερέας τόν ἁγιασμό, ραντίζει τόν ναό καί ἑπομένως πέφτει καί κάτω. Ὄχι μόνο πέφτει κάτω μέσα στόν ναό ἐκείνη τήν ὥρα, ἀλλά καί στά σπίτια, πού θά πάει ὁ ἱερέας νά τά ραντίσει, καί στά χωράφια, πού οἱ ἴδιοι οἱ χριστιανοί θά ραντίσουν, θά πέσει κάτω· ἀλλά καί παντοῦ θά πέσει καί θά ἁγιάσει τά πάντα. Ὅμως, ἄλλο εἶναι αὐτό, καί ἄλλο εἶναι πού, ὅταν τελειώσει ἡ ἀκολουθία τοῦ μεγάλου ἁγιασμοῦ, χυμοῦν οἱ χριστιανοί ἐκεῖ πού εἶναι ἡ δεξαμενούλα, γιά νά πάρουν ἁγιασμό, καί δέν προσέχουν καί τόν χύνουν κάτω. Αὐτό εἶναι ἀνευλάβεια, εἶναι ἀσέβεια. Ἀλλά ὄχι ὅμως μήν τυχόν καί πέσει καμιά σταγόνα κάτω, ἀφοῦ εἶναι ἁγιασμός, γιά νά ραντιστοῦν τά πάντα καί νά ἁγιαστοῦν τά πάντα.

Ἐπίσης, κατ᾿ ἀρχήν καί κανονικά μποροῦν οἱ χριστιανοί νά κρατοῦν μέγα ἁγιασμό στό σπίτι. Ὅμως μή βιαστεῖτε νά τό χαρεῖτε· προτιμότερο εἶναι νά μήν κρατοῦν. Καί οἱ ἱερεῖς πάντοτε συμβουλεύουν, πρέπει νά συμβουλεύουν νά μήν κρατοῦν οἱ χριστιανοί μέγα ἁγιασμό στό σπίτι. Μποροῦν καί τή μιά ἡμέρα καί τήν ἄλλη ἡμέρα νά πιοῦν καί νά ραντίσουν. Θά ἔλεγε κανείς ὅτι ὅλες τίς ἡμέρες πού εἶναι τά μεθέορτα –διότι ἡ ἑορτή τῶν Θεοφανείων ἑορτάζεται, ὅπως καί ἄλλες μεγάλες γιορτές, ὀκτώ ἡμέρες– θά μποροῦσαν καί νά πίνουν καί νά ραντίζουν. Ὅμως μετά νά μήν κρατήσουν. Ἄν τούς περισσεύσει ἁγιασμός, εἶναι καλύτερα νά τόν πᾶνε στόν ναό πάλι. Γιά ποιό λόγο; Διότι εἶναι ἐνδεχόμενο νά ξεχάσουν ποῦ τόν ἔβαλαν, καί νά πεταχτεῖ. «Μά, θά τόν βάλω στό εἰκονοστάσι», θά πεῖτε. Τόν ἔβαλες ἐσύ, ἀλλά κάποιος μέσα στό σπίτι μπορεῖ κατά λάθος νά πετάξει τόν ἁγιασμό στά σκουπίδια ἤ νά τόν ρίξει στόν νιπτήρα. Συνέβησαν πολλά τέτοια, καί δέν εἶναι καλό αὐτό. Εἶναι μιά ἀνευλάβεια. Καλό εἶναι λοιπόν νά μήν ἔχει κανείς μέγα ἁγιασμό στό σπίτι. Ὅταν κάποιος χρειάζεται, ὅταν εἶναι ἀνάγκη, θά πάει στήν ἐκκλησία. Ὅλες οἱ ἐκκλησίες ἔχουν μεγάλο ἁγιασμό καί δίνουν. Μάλιστα πολλές φορές πάει κανείς Χριστούγεννα νά κοινωνήσει, καί ἐπειδή γιά κάποιους λόγους ἔχει κώλυμα νά κοινωνήσει, ὁ πνευματικός τόν συμβουλεύει: «Πήγαινε τήν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων καί ζήτησε μέγα ἁγιασμό ἀπό τόν ἱερέα». Καί ὁ ἱερέας ἔχει μέγα ἁγιασμό ἀπό τήν προηγούμενη χρονιά καί δίνει.

{Ἕνα ζωντανό θαῦμα}

Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή θά ἤθελα ἀκόμη μιά φορά νά πῶ, καίτοι τό ξέρουμε ὅλοι, ὅτι καί ὁ μικρός ἁγιασμός ἀλλά ἰδιαίτερα ὁ μέγας ἁγιασμός εἶναι καί ἕνα ζωντανό θαῦμα μέσα στήν Ἐκκλησία. Διότι αὐτό τό ἁγιασμένο νερό διατηρεῖται ἕναν χρόνο, δύο, τρία, τέσσερα χρόνια. Τά λένε καί οἱ πατέρες αὐτά, ἰδιαίτερα ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ἀλλά καί ὁ καθένας μπορεῖ νά δοκιμάσει. Ἄς βάλει σέ ἕνα μπουκάλι ἀπό τόν μέγα ἁγιασμό καί σέ ἕνα ἄλλο νερό ἀπό τή βρύση. Ὕστερα ἀπό λίγο καιρό αὐτό τῆς βρύσης θά ἔχει χαλάσει, ἐνῶ τό ἄλλο δέν χαλάει. Δέν ἔχει τίποτε ὁ βασιλικός πού χρησιμοποιοῦμε οὔτε βάζουμε ἁλάτι ἐμεῖς, ὅπως οἱ καθολικοί, πού βάζουν ἁλάτι στόν ἁγιασμό τους, γιά νά συντηρηθεῖ. Ἅμα τόν ἁγιασμό τόν κάνει ὀρθόδοξος ἱερέας, ὅ,τι καί νά εἶναι αὐτός ὁ ἱερέας, ὁ ἁγιασμός διατηρεῖται.

{Νηστεία – μέγας ἁγιασμός}

Ἕνα ἀκόμη καί νά τελειώσω. Ὅπως ξέρετε, τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων προβλέπεται αὐστηρή νηστεία· οὔτε λάδι καταλύεται, ἐκτός ἐάν ἡ παραμονή πέσει Σάββατο ἤ Κυριακή. Τό Σάββατο καί τήν Κυριακή δέν ἔχουμε ποτέ νηστεία ἀπό λάδι. Ἐκτός ἀπό τό Μέγα Σάββατο πού δέν καταλύεται λάδι, ὅλα τά ἄλλα Σάββατα τρώγεται λάδι. Τήν Κυριακή βέβαια τρώγεται πάντοτε λάδι.

Οἱ χριστιανοί ὅλοι λίγο πολύ ἔχουν συνδέσει τή νηστεία τῆς παραμονῆς τῶν Θεοφανείων μέ τόν μέγα ἁγιασμό. Νομίζουν ὅτι νηστεύουμε, γιά νά πάρουμε τόν μέγα ἁγιασμό. Ὅμως δέν εἶναι αὐτό. Δέν νηστεύουμε γιά νά πάρουμε τόν μέγα ἁγιασμό.

Ὅπως εἶπα καί ἄλλη φορά, γιά τή θεία Κοινωνία δέν ὑπάρχει κανένας κανόνας πού νά λέει ὅτι θά νηστέψουμε τήν προηγούμενη ἡμέρα, γιά νά κοινωνήσουμε. Μή σπεύσει ὅμως κανείς καί πεῖ: «Ἄ, ἔτσι εἶναι; Ἑπομένως, θά τρώω τό Σάββατο τό βράδυ κρέας καί θά πηγαίνω τήν Κυριακή νά κοινωνήσω». Ὄχι. Δέν κάνουν λόγο οἱ κανόνες γιά νηστεία, ἀλλά γιατί; Διότι τότε κοινωνοῦσαν τέσσερις φορές τήν ἑβδομάδα. Ἄν νήστευαν, γιά νά κοινωνήσουν, συνεχῶς θά νήστευαν. Τώρα ὅμως ἐμεῖς, πού γιά διαφόρους λόγους μόλις καί μετά βίας κοινωνοῦμε μερικές φορές τόν χρόνο, νά μή νηστέψουμε καί λίγο; Δέν κάνουμε ἄλλα πράγματα· νά μήν κάνουμε τουλάχιστον αὐτό; Ἑπομένως, δέν μποροῦμε νά παραβλέψουμε τήν πράξη τῆς Ἐκκλησίας ὅτι, προκειμένου νά κοινωνήσουμε, θά νηστέψουμε. Ἀφοῦ λοιπόν σύμφωνα μέ τούς κανόνες πρίν ἀπό τή θεία Κοινωνία δέν ὑπάρχει νηστεία, πόσο μᾶλλον πρίν ἀπό τόν μέγα ἁγιασμό.

Ἡ νηστεία ἑπομένως τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων δέν εἶναι γιά νά πιοῦμε τόν μέγα ἁγιασμό. Ἡ νηστεία εἶναι γιά τή δεσποτική γιορτή. Ἀπό αὐτό καταλαβαίνετε ὅτι καί τήν παραμονή τῶν Χριστουγέννων ἔχουμε ἐπίσης αὐστηρή νηστεία. Δέν λένε βέβαια τά βιβλία τίποτε. Τί νά ποῦν, ἀφοῦ εἶναι Σαρακοστή; Μήν κοιτᾶτε ἔτσι πού τά πήραμε ἐμεῖς τώρα τά πράγματα καί δέν τηροῦμε τίς νηστεῖες. Θά λέγαμε, τήν τελευταία ἑβδομάδα πρίν ἀπό τά Χριστούγεννα ἤ τουλάχιστον τήν παραμονή τῶν Χριστουγέννων πρέπει οἱ χριστιανοί νά κάνουν αὐστηρή νηστεία γιά τή γιορτή. Δέν νοεῖται νά ἑτοιμαζόμαστε νά γιορτάσουμε μιά μεγάλη γιορτή, δεσποτική γιορτή, χωρίς λίγο νά τό καταλάβουμε καί ἀπό πλευρᾶς νηστείας. Νηστεύουμε λοιπόν τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων γιά τή γιορτή τή δεσποτική, γιά τή μεγάλη αὐτή γιορτή τῶν Θεοφανείων. Νά ποῦμε ἐπίσης ὅτι πρῶτα κοινωνοῦμε, ὅσοι θά κοινωνήσουμε, ἔπειτα πίνουμε τόν μέγα ἁγιασμό καί ὕστερα τρῶμε τό ἀντίδωρο.

Αὐτά ἔτσι σύντομα-σύντομα γιά τόν μέγα ἁγιασμό. Παρακαλῶ, ἔχετέ τα ὑπ᾿ ὄψιν καί νά διαφωτίζετε πάνω σ᾿ αὐτό τό θέμα καί ἄλλους, πού τυχόν δέν ξέρουν ἤ μπορεῖ νά σᾶς ρωτήσουν.

20-1-1985

* Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο «Συνάξεις Δωδεκαημέρου Β΄ ἔκδ.»