ΒΙΒΛΙΟ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
Βιβλιόδετος Τόμος | Σελίδες 280 | Διάσταση 14χ20 | 1998
Θεομητορικες Εορτες
A+
A
A-

05. Συνάξεις Δεκαπενταυγούστου τόμος Α΄

Συνάξεις Δεκαπενταυγούστου τόμος Α’

 

Περιεχόμενα

Εἰσαγωγικό σημείωμα  9

Α’. Συνάξεις 1986

1η Παράκληση  13

Σάββατο ἑσπέρας  22

3η Παράκληση  28

Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος 35

5η Παράκληση  44

10η Παράκληση  52

Ἀπόδοση Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου  60

Β’. Συνάξεις 1996

Τῶν ἁγίων μαρτύρων Μακκαβαίων  71

1η Παράκληση  80

2η Παράκληση  94

3η Παράκληση  110

Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος  126

6η Παράκληση  145

7η Παράκληση  159

Ι’ Κυριακή Ματθαίου  172

8η Παράκληση  183

9η Παράκληση  197

10η Παράκληση  208

Κοίμηση τῆς Θεοτόκου  222

Ἀπόδοση Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου  243

Γ’. Συνάξεις 1997

5η Παράκληση  253

10η Παράκληση  257

Κοίμηση τῆς Θεοτόκου  268

 

 Εἰσαγωγικό σημείωμα

 Στό βιβλίο αὐτό δέν δόθηκε τίτλος μέ ἀναφορά στήν Παναγία, ἀλλά ὁ τίτλος «Συνάξεις Δεκαπενταυγούστου», γιά τόν λόγο ὅτι οἱ ὁμιλίες δέν ἀναφέρονται εἰδικά καί μόνο στήν Παναγία, πού ἰδιαίτερα τήν τιμοῦμε τίς ἡμέρες ἐκεῖνες.

Οἱ ὁμιλίες ἔγιναν τίς ἡμέρες τοῦ Δεκαπενταυγούστου στά ἔτη 1986, 1996, 1997, καί ἔχουν σχέση μέ τήν Παναγία, τή Μεταμόρφωση, ἀλλά ἀναφέρονται καί σέ ἄλλα θέματα. Ἐπίσης ἔχουν συμπεριληφθεῖ ὁμιλίες πού ἔγιναν στήν ἀπόδοση τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως. Ἄν καί ἡ ἡμέρα τῆς ἀπόδοσης χρονικά εἶναι ἐκτός τοῦ Δεκαπενταυγούστου, ὅμως ἀπό πλευρᾶς ἑορτῆς καί γενικότερα λατρείας εἶναι δεμένη μέ τήν ἑορταστική ἀτμόσφαιρα αὐτῆς τῆς περιόδου.

 

Ἀποσπάσματα ἀπό τό βιβλίο

Θά μπορούσαμε νά ποῦμε πάρα πολλά, νά ἀναφερθοῦμε στό ὅλο πρόσωπο τῆς Παναγίας καί στίς πολλές ἀρετές της, ἀλλά δέν γνωρίζω πόσο θά μπορέσουμε νά τό κάνουμε αὐτό. Θά μπορούσαμε ὅμως νά προσέξουμε, νά τονίσουμε, κυρίως δυό-τρεῖς ἀρετές πού ἔκαναν, ἄν ἐπιτρέπεται νά τό ποῦμε ἔτσι, τόν Θεό –ὅπως λέει «ὁ Θεός ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος»– νά μπορεῖ νά ἔχει ἐμπιστοσύνη στήν κόρη αὐτή καί νά εὕρει ἀνάπαυση στήν κόρη αὐτή, γιά νά συντελεσθεῖ τό ὅλο μυστήριο τῆς σωτηρίας. Ἡ Παναγία κυρίως εἶχε τήν ἁγνότητα, τήν ταπείνωση καί τήν ὑπακοή. Θά ἔλεγε κανείς ὅτι ἰδιαίτερα ὁ σημερινός ἄνθρωπος, ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς μας, χρειάζεται νά ἀκούσει καί νά προσέξει ὅτι ἡ Παναγία, προκειμένου νά γίνει μητέρα τοῦ Θεοῦ καί ἔτσι νά μπορεῖ νά συντελεσθεῖ τό μυστήριο τῆς σωτηρίας, ἔπρεπε νά ἔχει αὐτήν τήν ἀρετή καί τήν εἶχε, τήν ἀρετή τῆς ἁγνότητος.

Ἡ Παναγία ἔχει μέσα της τόν Χριστό, ὄχι μόνο ἐπειδή τῆς τό εἶπε ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ καί ἐκείνη ὑπήκουσε καί προσεφέρθη, ἀλλά ἤδη μέσα της αἰσθάνεται ὅτι κυοφορεῖ αὐτόν πού κυοφορεῖ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, κυοφορεῖ τόν Χριστό, τόν Μεσσία, κυοφορεῖ τόν Θεό, γι᾿ αὐτό θά εἶναι Θεοτόκος. Τόσο ἁπλά, τόσο ταπεινά, τόσο προσγειωμένα ἡ Παναγία ὁμιλεῖ («Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά σου»). Καθόλου δέν εἶναι ξιππασμένη ἡ Παναγία, καί γι᾿ αὐτό τήν διάλεξε ὁ Θεός, γι᾿ αὐτό τῆς ἐνεπιστεύθη αὐτό τό φοβερό ἔργο ὁ Θεός, νά γεννήσει τόν Υἱό του. Δέν προσκομίζει αὐτήν τήν ὥρα ἡ Παναγία, ἄς ποῦμε, κατορθώματα, ἀρετές ἤ ἔργα. Ἁπλῶς ἔχει αὐτήν τή συναίσθηση ὅτι εἶναι μιά ταπεινή δούλη, ἡ ἔσχατη πού ὑπάρχει πάνω στή γῆ. Αὐτό φανερώνουν αὐτές οἱ λέξεις, αὐτό φανερώνει ὅλη αὐτή ἡ στάση της. Δέν τό ἔφερνε βαρέως ἡ Παναγία τό ὅτι ἦταν μιά ταπεινή δούλη, μιά ἄσημη δούλη, ἡ ἔσχατη πού μποροῦσε νά ὑπάρχει πάνω στή γῆ.

 Οἱ ἅγιοι, οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, καί στήν προκειμένη περίπτωση ὁ Ἰωσήφ καί ἡ Μαριάμ, ἡ Παναγία, πῶς τόσο ἀθόρυβα καί ἁπλά ἀλλάζουν, ἄς ποῦμε, τή ζωή τους, ἀλλάζουν τόν ρόλο τους. Καί ὁ Ἰωσήφ ἑτοιμάζεται νά νυμφευθεῖ καί νά κάνει οἰκογένεια, καί ἡ Παναγία ἑτοιμάζεται νά ὑπανδρευθεῖ καί νά κάνει οἰκογένεια. Καί πληροφοροῦνται πρῶτα ἡ Παναγία, ἡ ὁποία ἀρχίζει νά κυοφορεῖ, καί ἔπειτα ὁ Ἰωσήφ, ὁ ὁποῖος στήν ἀρχή παραξενεύθηκε, δέν εἶχε καταλάβει τί συνέβη καί πῆρε τήν πληροφορία καί αὐτός ἀπό τόν ἄγγελο ὅτι «τό γάρ ἐν αὐτῇ γεννηθέν ἐκ Πνεύματός ἐστιν Ἁγίου» καί ἔτσι νά μή σκανδαλίζεται. Πληροφορεῖται λοιπόν πρῶτα ἡ Παναγία καί ἔπειτα αὐτός, ὅτι ἐντελῶς ἀλλάζει ἡ ζωή τους. Ἄλλα εἶχαν κατά νοῦν νά κάνουν καί ἄλλα καλοῦνται νά κάνουν. Μέ τί ἁπλότητα, μέ τί εὐκολία, πόσο ἀθόρυβα, δέχονται αὐτό ἀκριβῶς τό ὁποῖο ἔχει ὁ Θεός ὁρίσει, ἔχει ὁ Θεός κανονίσει.

Θά ἤθελα σ᾿ αὐτό τό σημεῖο νά τονίσω ὅτι κατά κανόνα ὁ Θεός ἐμπιστεύεται τίς ψυχές ἐκεῖνες καί δίδει τήν Χάρι του στίς ψυχές ἐκεῖνες, οἱ ὁποῖες, ἄσχετα ἀπό τό τί εἶχαν κατά νοῦν νά κάνουν, δέχονται τήν κλήση τοῦ Θεοῦ, ἐγκαταλείπουν τά ὅποια σχέδιά τους καί ὑπακούουν στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἕναν-ἕναν ἅμα πάρουμε τούς ἁγίους, θά δοῦμε ὅτι ὅλοι κάπως ἔτσι ἐνήργησαν.

Πρώτη ἡ Παναγία ὑπακούει, ἡ ὁποία γιά κάτι ἄλλο ἑτοιμαζόταν, ἀλλά καθώς ἀκούει τόν ἀρχάγγελο, πείθεται καί καθόλου δέν δυσκολεύεται νά πεῖ τό ναί. Ὑπακούει, καί μέ τήν ἔννοια ὅτι ἀφήνει ἐκεῖνο γιά τό ὁποῖο ἑτοιμαζόταν καί προσφέρει τόν ἑαυτό της νά ὑπηρετήσει κάτι ἄλλο, ἀλλά καί μέ τήν ἔννοια ὅτι δέχεται νά ἀναλάβει αὐτό τό βαρύτατο καθῆκον, νά γεννήσει τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ. Ἁπλά-ἁπλά ἀπαντᾶ, «ἰδού ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά σου». Δέν ἔχει οὔτε ἐπιφυλάξεις οὔτε ζητάει νά τό σκεφθεῖ καί νά τό συζητήσει. Τίποτε. Μόλις ἔφθασε ἡ ἀλήθεια μέσα της, μόλις πίστευσε στόν ἄγγελο, δέχθηκε ἀμέσως τό μήνυμα τοῦ Θεοῦ, ὑπετάγη, ὑπήκουσε, προσέφερε τόν ἑαυτό της.

Καί δέν τό λέω αὐτό τώρα τυχαῖα, δέν τό τονίζω τυχαῖα. Νομίζω ὅτι ὅλοι οἱ χριστιανοί, ὄχι ἁπλῶς κάποιοι ἐκλεκτοί, ἀλλά ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἀνήκουν στόν Χριστό, θέλουν νά ἀνήκουν στόν Χριστό, θέλουν νά ἀκολουθήσουν, νά ὑπακούσουν στόν Χριστό, ὅλοι λίγο-πολύ θ᾿ ἀλλάξουν. Ὄχι ἁπλῶς ἀπό τήν ἁμαρτωλή ζωή πού ζοῦσαν θ᾿ ἀλλάξουν καί θά ζοῦν καθαρή ζωή, ἁγία ζωή, ἀλλά θ᾿ ἀλλάξουν καί ἀπό τήν ἑξῆς πλευρά. Μπορεῖ νά κάνεις ἐσύ σχέδια, μπορεῖ ἐσύ νά θέλεις νά κάνεις καρριέρες, ἄν ὅμως ἀφεθεῖς στόν Θεό, κάπως ἀλλιῶς ὁ Θεός –αὐτό βέβαια δέν εἶναι ἀπόλυτο, ἀλλά κατά κανόνα ἔτσι εἶναι– κάπως ἀλλιῶς λοιπόν ὁ Θεός θά σέ ὁδηγήσει, κάπως ἀλλιῶς ὁ Θεός θά σέ τοποθετήσει. Ὅπως λέγαμε κάποτε, τελικά τά κανονίζει ἔτσι ὁ Θεός, ὥστε βρίσκεσαι σ᾿ ἕνα δρόμο πού δέν τόν εἶχες διανοηθεῖ, βρίσκεσαι νά κάνεις κάτι πού δέν εἶχε περάσει καθόλου ἀπό τό μυαλό σου. Ὅμως βαθύτερα –πῶς τά κανονίζει ὁ Θεός!– αἰσθάνεσαι ὅτι αὐτό ἦταν πού ταίριαζε στήν ψυχή σου, αὐτό ἦταν πού θά γέμιζε τήν ψυχή σου, αὐτό ἦταν ὅ,τι φυσιολογικότερο. Σ᾿ αὐτό τό ὁποῖο δέν εἶχες φαντασθεῖ καί δέν εἶχες σκεφθεῖ, σέ ὁδήγησε ὁ Θεός.

Αὐτό εἶναι τό βαθύτερο μυστικό καί τό βαθύτερο, ἄν θέλετε, χαρακτηριστικό, αὐτῆς τῆς ἀρετῆς, τῆς ὑπακοῆς.