ΒΙΒΛΙΟ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
Βιβλιόδετος Τόμος | Σελίδες 514 | Διάσταση 15χ21,5 | 2001
Γαμος
A+
A
A-

18. Γονεῖς καί παιδιά τόμος Α´

Γονεῖς καί παιδιά Α´ τόμος

 Θεολογική, πνευματική καί ψυχολογική θεώρηση 

 

Περιεχόμενα

Εἰσαγωγικό σημείωμα ἐπιμελητῶν 9

Α´. Γενικό μέρος

Θεωρητικές τοποθετήσεις

Ἀγάπη: ἡ βάση τῆς οἰκογενείας 13

Τρεῖς βασικές ἀλήθειες 28

Ἀπό τό μηδέν τοῦ δρόμου 41

Γιατί τό παιδί μας ἔγινε αὐτό πού ἔγινε; 54

Τί ἀτμόσφαιρα ἐπικρατεῖ μέσα στό σπίτι; 70

Πότε ἀρχίζει ἡ ἀγωγή τῶν παιδιῶν; 88

Τό νά εἶσαι γονέας εἶναι ἐπάγγελμα; 105

Θέλουμε μιά λύση 128

Ἐμβάθυνση στό μυστήριο

τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου 157

Ὁ σταυρός τοῦ παιδιοῦ 173

Ὀρθοτομοῦντες τόν λόγον τῆς ἀληθείας 187

Τό μυστήριο τοῦ βαπτίσματος 203

Ἐνεργεῖς ὡς ἀναγεννημένος γονέας; 218

 

Β´. Εἰδικό μέρος

Καθημερινή ζωή

Τό νευρικό παιδί 241

Θεραπεία τοῦ νευρικοῦ παιδιοῦ 262

Οἱ νευρικοί γονεῖς 271

Οἱ ἀνήσυχοι γονεῖς 297

Ἡ κατανόηση τῶν παιδιῶν ἀπό τούς γονεῖς 315

Τί ἐγωισμό ἐκδηλώνουμε ἀπέναντι στά παιδιά! 333

Ἡ ἐνθάρρυνση τοῦ παιδιοῦ 359

Οἱ λανθασμένοι τρόποι ἐνεργείας

τοῦ ἀποθαρρυμένου παιδιοῦ Α´ 381

Οἱ λανθασμένοι τρόποι ἐνεργείας

τοῦ ἀποθαρρυμένου παιδιοῦ Β´ 406

Νά ζεῖ τό παιδί τίς συνέπειες τῶν πράξεών του 424

Σταθεροί ἀλλά ὄχι αὐταρχικοί 441

Σεβασμός στό παιδί 465

Βοήθησε τό παιδί σου νά θέλει τήν τάξη 475

 

Εσαγωγικό σημείωμα πιμελητν

Πρίν τριάντα δύο χρόνια, ἀπό τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1969 μέχρι τόν Μάιο τοῦ 1970, ἕνα ἀπό τά δύο θέματα πού εἶχε ἡ πρώτη ἀπό τίς δύο συνάξεις πού μέχρι σήμερα γίνονται τό ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς ἦταν: «Γονεῖς καί παιδιά». Οἱ ὁμιλίες πού ἔγιναν γύρω ἀπό τό θέμα αὐτό εἶναι τό περιεχόμενο τοῦ παρόντος βιβλίου.

Οἱ λόγοι πού παρακίνησαν τόν ὁμιλητή νά ἀσχοληθεῖ μέ τό παραπάνω θέμα ἀναφέρονται ἀρκετά ἐκτεταμένα ἀπό τόν ἴδιο στήν ὁμιλία πού ἔχει τίτλο: «Τί ἀτμόσφαιρα ἐπικρατεῖ μέσα στό σπίτι;» Παραθέτουμε ἕνα ἀπόσπασμα καί παραπέμπουμε τόν ἀναγνώστη στή σχετική ὁμιλία. «Τίς ὁμιλίες αὐτές, στίς ὁποῖες ἀναφερόμαστε στούς γονεῖς καί στά παιδιά, τίς κάνουμε γιά δύο κυρίως λόγους: πρῶτος λόγος εἶναι, νά βοηθηθοῦμε ὅλοι, ὅσοι ἔχουμε σχέση μέ τά παιδιά, ὡς γονεῖς, ὡς ἀδελφοί, ὡς θεῖοι, ὡς δάσκαλοι, ἀκόμη καί ὡς παπποῦδες, γιά νά κάνουμε, ὅσο γίνεται, λιγότερα λάθη στίς σχέσεις μας μέ τά παιδιά καί κατ᾿ αὐτόν τόν τρόπο νά τά βοηθοῦμε περισσότερο.

Ὁ ἕνας λόγος εἶναι αὐτός. Ὁ ἄλλος λόγος εἶναι νά βοηθηθοῦμε ὅλοι μας νά δοῦμε μερικά πράγματα, πού τυχόν δημιουργήθηκαν μέσα μας καί πού θά μποροῦσαν νά μήν ὑπάρχουν μέσα μας, ἐάν, ὅταν κυρίως ἤμασταν μικρά παιδιά, οἱ γονεῖς μας, οἱ δάσκαλοί μας, ἀλλά καί ὅλοι οἱ ἄλλοι πού εἶχαν σχέση μαζί μας, εἶχαν κάνει λιγότερα λάθη ἀπέναντί μας καί γνώριζαν νά μᾶς βοηθοῦν περισσότερο καί καλύτερα».

Ὁ ὁμιλητής στήν ἀνάπτυξη τοῦ θέματός του χρησιμοποίησε ὡς βοήθημα δύο βιβλία:

  1. Σχολῆς γονέων καίπαιδαγωγῶν στόΠαρίσι, Οἱ καθημερινές δυσκολίες τῆς ἀγωγῆς, ἐκδ. Δίπτυχο, Ἀθήνα 1965. Ἀποτελεῖται ἀπό διάφορα ἄρθρα μέ ξεχωριστό συγγραφέα τό καθένα (στό ἑξῆς· Οἱ καθημερινές δυσκολίες τῆς ἀγωγῆς).
  2. RudolfDreikurs, Τόπαιδί: μιά νέα ἀντιμετώπιση, ἐκδ. Ἑρμῆς, Ἀθήνα 1964 (στό ἑξῆς· Τό παιδί: μιά νέα ἀντιμετώπιση).

Μέ τό θέμα αὐτό ὁ ὁμιλητής ἀσχολήθηκε καί τά ἑπόμενα δύο χρόνια. Ἀπό τότε καί ὕστερα, καθώς προσφέρεται συνεχῶς ὁ ἐποικοδομητικός λόγος πρός τόν λαό τοῦ Θεοῦ, εἶναι διάσπαρτες στίς διάφορες ὁμιλίες, γενικές καί εἰδικές, οἱ ἀναφορές στό θέμα αὐτό. Κυρίως ὅμως εἶναι ἐκεῖνο πού, ἐδῶ καί ἀρκετά χρόνια, ἀπασχολεῖ τήν εἰδική ἑβδομαδιαία σύναξη γιά τά νεαρά ζευγάρια. Γίνεται ἔτσι ἀντιληπτό ὅτι ὑπάρχει ἀρκετό ἀκόμη ὑλικό γιά τήν ἔκδοση καί ἄλλων βιβλίων γύρω ἀπό τό τόσο σοβαρό αὐτό ζήτημα.

 

Ἀποσπάσματα ἀπό τό βιβλίο

 Τό παιδί ἐρχόμενο στόν κόσμο –ὄχι μόνο τό παιδί ἀλλά καί κάθε ἄνθρωπος ὥς τά βαθιά του γηρατειά– ἔχει ἀνάγκη ἀπό ἐλευθερία. Αὐτό εἶναι βασικό βίωμα, ἄν θέλετε νά τό ποῦμε ἔτσι, βασική πραγματικότητα καί κατάσταση ἐσωτερική σέ κάθε ἄνθρωπο, καί στό μικρό παιδί. Ὅλη δηλαδή, θά λέγαμε, ἡ εὐτυχία, ὅλη ἡ μακαριότητα, πού καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νά ἔχει ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς ὑπάρξεώς του καί αἰωνίως κοντά στόν Θεό, στηρίζεται στήν ἐλευθερία. Εἶναι ἐντελῶς ἀδύνατο νά μπορέσει νά γίνει ὁ ἄνθρωπος κοινωνός τῆς χαρᾶς, τῆς εὐτυχίας, ἄν θέλετε νά χρησιμοποιήσω αὐτή τή λέξη, πού δίνει ὁ Θεός, ἐάν δέν ὑπάρχει τό πορτάκι τῆς ἐλευθερίας, μέσα ἀπό τό ὁποῖο θά περάσει αὐτή ἡ χαρά.

Ἡ ἐλευθερία λοιπόν εἶναι βασική πραγματικότητα, βασικό βίωμα, πού πρέπει νά ὑπάρχει στόν ἄνθρωπο καί εἰδικότερα στό παιδί. Καί ἡ ἐλευθερία αὐτή, θά τολμοῦσα νά πῶ, ἀρχίζει ἀπό τότε πού εἶναι κανείς στήν κοιλιά τῆς μάνας του. Ὅταν δηλαδή ἡ μητέρα, ὅπως λέγαμε τήν ἄλλη φορά, περιμένει τό παιδί ὡς μιά νέα προσωπικότητα, ὡς ἕνα πλάσμα τοῦ Θεοῦ, ὡς ἕνα ὄν πού θά ἔχει προσωπική σχέση μέ τόν Θεό, καί αὐτή ἁπλῶς γίνεται συνεργός τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἡ μητέρα ἔτσι αἰσθάνεται –αὐτά εἶναι πράγματα πού τά ζεῖ κανείς– ὅταν ἔτσι νιώθει καί παίρνει αὐτή τή στάση ἀπέναντι τοῦ παιδιοῦ της καί ἔτσι τό ἀγαπᾶ, θά τολμοῦσα νά πῶ –ἄν καί δέν ξέρω πολύ ἀπό αὐτά τά πράγματα– ὅτι αὐτό τό παιδί ἀπό ἐκεῖ ἀκόμη ἀρχίζει νά ζεῖ τήν ἐλευθερία του. Ἕνα ἄλλο παιδί, πού τό ἀναμένουν πῶς καί πῶς οἱ γονεῖς γιά νά γίνει ἀντικείμενό τους, θά ἔλεγε κανείς ὅτι ἀπό ἐκεῖ ἀκόμη εἶναι αἰχμάλωτο. Ἀλλά κυρίως ἡ ἐλευθερία ἀρχίζει νά βιώνεται ἀπό τότε πού ἔρχεται στόν κόσμο τό παιδί, ἀπό τότε πού γεννιέται.

Γενικά, ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο φέρονται οἱ γονεῖς, καί ἰδιαίτερα ἡ μητέρα, δείχνει κατά πόσο ἀφήνουν ἐλευθερία στό παιδί ἤ δέν ἀφήνουν, κατά πόσο τό σέβονται ἤ δέν τό σέβονται ὡς ἕνα ξεχωριστό πλάσμα, πού δέν εἶναι δικό τους ἀντικείμενο καί πού ἔχει δοῦναι λαβεῖν προσωπικά καί κατευθείαν μέ τόν Θεό καί ἐπίσης μέ τήν κοινωνία τῆς Ἐκκλησίας.

 Συνυφασμένο μέ τήν ἐλευθερία πού χρωστοῦμε στά παιδιά, πού ἐπιβάλλεται νά ἀφήνουμε καί νά καλλιεργοῦμε στά παιδιά, εἶναι καί τό κύρος, ἄν θέλετε νά ποῦμε ἔτσι, τῶν γονέων. Τό παιδί, πού ἔρχεται στόν κόσμο τόσο ἀδύναμο, ὅπως τό ξέρουμε πολύ καλά, καί τά πάντα τά περιμένει ἀπό τούς γονεῖς του –ἀπό τή μητέρα του κατ᾿ ἀρχήν καί ἐν συνεχείᾳ ἀπό τόν πατέρα του καί ἀπό ὅλους τούς ἄλλους τούς μεγαλυτέρους– ἔχει πάρα πολύ μεγάλη ἀνάγκη ἀπό τό κύρος τῶν γονέων. Εἶναι δηλαδή σάν νά βάζουμε κάτι κάτω ἀπό τά πόδια του, πάνω στό ὁποῖο θά πατάει τό παιδί, θά στηρίζεται, γιατί ἀλλιῶς θά εἶναι μετέωρο.

Ἐξ ὅσων γνωρίζω –δέν ξέρω ἄν πέφτω ἔξω– πάρα πολύ λίγοι γονεῖς διαθέτουν αὐτό τό κύρος ἀπέναντι τῶν παιδιῶν καί ἔχουν τήν ἱκανότητα ἀλλά καί τή διάθεση καί τό κουράγιο νά ὀργανώνουν ἔτσι τή ζωή τοῦ παιδιοῦ καί νά παίρνουν τέτοια στάση ἀπέναντί του, ὥστε τό παιδί νά αἰσθάνεται ἄνετα· νά αἰσθάνεται ὅτι ἔχει, ὅπως εἶπα, αὐτό τό βάθρο κάτω ἀπό τά πόδια του, καί νά μή μένει ἡ ὕπαρξή του, καθώς μεγαλώνει, μετέωρη, σάν νά μήν ἔχει ἕνα ἀποκούμπι.

Ἴσως φαίνεται παράξενο, ἀλλά εἶναι πάρα πολλά τά παιδιά –πολύ περισσότερα ἀπό ὅσο νομίζουμε– τά ὁποῖα, ἀπό πολύ μικρά καί καθώς μεγαλώνουν, δέν αἰσθάνονται αὐτή τήν ἀσφάλεια· δέν αἰσθάνονται ὅτι ἔχουν αὐτό πού δέν τά ἀφήνει νά μένουν μετέωρα, ἀλλά νιώθουν ἕναν πνιγμό, μιά ἐγκατάλειψη· αἰσθάνονται, ὧρες-ὧρες, ἕνα χαμό μέσα τους, μιά καταστροφή.

Ἔχω τή γνώμη –δέν ξέρω βέβαια ἄν εἶναι ἔτσι– ὅτι εἶναι πάρα πολλά τά παιδιά τά ὁποῖα μεγαλώνουν μέ τό αἴσθημα αὐτῆς τῆς ἐλλείψεως, μέ αὐτή τήν ἀνασφάλεια. Εἶναι ἀνάγκη λοιπόν ἡ στάση τῶν γονέων, καί τῆς μητέρας καί τοῦ πατέρα, ἡ διαγωγή τους, ἡ ὅλη συμπεριφορά ἀπέναντι τοῦ παιδιοῦ τους, ἡ ὅλη φροντίδα τους νά εἶναι τέτοια, ὥστε τό παιδί, ὄχι τόσο μέ τό μυαλό του ὅσο μέ τήν αἴσθησή του, νά βιώνει τήν ἀσφάλεια αὐτή, νά αἰσθάνεται, ἄν θέλετε νά πῶ, αὐτή τήν προστασία.

Ὀφείλουν συνεπῶς οἱ γονεῖς νά ὀργανώνουν τή ζωή τῶν παιδιῶν τους κατά τέτοιον τρόπο, ὥστε τό παιδί ἀπό τό ἕνα μέρος νά αἰσθάνεται ὅτι εἶναι ἐλεύθερο, καί ἀπό τό ἄλλο νά ἔχει βαθυτάτη συνείδηση ὅτι δέν μπορεῖ νά κάνει ὅ,τι θέλει. Ὄχι μόνο μέ τήν ἔννοια ὅτι θά τό τιμωρήσουν ἤ θά τό φοβίσουν, ἀλλά μέ τήν ἔννοια ὅτι δέν τά ξέρει ὅλα, ὅτι εἶναι ἐνδεχόμενο νά κάνει λάθος, καί ὅτι ὑπάρχει ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἔχει πολλή πείρα, τό ἀγαπᾶ, θέλει τό καλό του καί τό φροντίζει, τό καθοδηγεῖ, τό ὁδηγεῖ ἐκεῖ πού πρέπει νά τό ὁδηγήσει.

Ὀφείλουμε νά εἴμαστε εἰλικρινεῖς ἀπέναντι στά παιδιά μας. Νά εἴμαστε ἀπόλυτα εἰλικρινεῖς, χωρίς ποτέ νά ψευδόμαστε. Καί τότε ἀκόμη πού ἐμεῖς νομίζουμε ὅτι εἶναι ἀνάγκη νά ποῦμε ψέματα στά παιδιά μας, νά μήν ποῦμε. Ἔτσι θά ἐμπνεύσουμε ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στό παιδί. Τό παιδί πρέπει νά ἔχει τόση ἐμπιστοσύνη στόν πατέρα του, στή μητέρα του, ὥστε νά ξέρει πώς ὅ,τι εἶπε ὁ πατέρας, αὐτό εἶναι· ὅ,τι εἶπε ἡ μητέρα, αὐτό εἶναι, καί δέν εἶναι κάτι ἄλλο. Ἔτσι θά αἰσθάνεται ἄνετα καί, ὅπως λέγαμε τήν ἄλλη φορά, θά μπορεῖ νά ἀνοίγει τήν καρδιά του, νά ἀνοίγει τό στόμα του καί νά λέει ὅ,τι ἔχει νά πεῖ.

Ἐδῶ τώρα πρέπει νά προσεχθεῖ καί τό ἑξῆς: ἡ ἐμπιστοσύνη τῶν παιδιῶν ἀπέναντι στούς γονεῖς, τήν ὁποία οἱ γονεῖς θά ἐμπνεύσουν, πρέπει νά ἔχει τέτοιες διαστάσεις, ὥστε τά παιδιά νά μήν τολμοῦν νά τούς ποῦν ψέματα. Ὄχι τόσο μέ τήν ἔννοια νά φοβοῦνται νά ποῦν ψέματα, ὅσο μέ τήν ἔννοια νά ξέρουν τά παιδιά ὅτι θά τά ἔχουν καλά μέ τούς γονεῖς τους, θά εἶναι ἐντάξει μέ τούς γονεῖς τους, ὅταν λένε τήν ἀλήθεια, ἔστω κι ἄν, λέγοντάς την, προδίνουν μιά ζημιά πού ἔχουν κάνει, φανερώνουν κάτι κακό πού ἔχουν κάνει, κάτι πού ἐκ πρώτης ὄψεως δέν θά ἤθελαν νά τό μάθουν οἱ γονεῖς. Τέτοια ἐμπιστοσύνη πρέπει νά ἔχουν τά παιδιά στούς γονεῖς, τήν ὁποία, ἐπαναλαμβάνω, θά τήν ἐμπνεύσουν οἱ γονεῖς, ὥστε τά παιδιά νά μήν τούς λένε ψέματα.

Δέν ἐπιτρέπεται νά τιμωρήσει κανείς τό παιδί αὐθαίρετα. Δέν ἐπιτρέπεται νά τιμωρήσει κανείς τό παιδί, ἐπειδή θύμωσε. Δέν ἐπιτρέπεται νά τιμωρήσει κανείς τό παιδί, ἐπειδή, ὅπως εἴπαμε καί ἄλλη φορά, χαλάει ἡ δική του ἡσυχία μέ αὐτό πού κάνει τό παιδί, ἐπειδή κάτι κακό γίνεται σ᾿ αὐτόν, στόν πατέρα, στή μητέρα, στόν δάσκαλο, σέ ὅποιον ἄλλο. Ἡ τιμωρία πού θά ἐπιβληθεῖ στό παιδί νά εἶναι σάν μιά φυσική συνέπεια αὐτοῦ πού ἔχει κάνει, ἐνῶ δέν ἔπρεπε νά κάνει. Εἶναι ἀνάγκη νά ζήσει τό παιδί αὐτή τήν πραγματικότητα. Ἀλίμονο ἄν τό παιδί, π.χ., αὐθαδιάζει, καί δέν συναντήσει τή φυσική ἀντίδραση ἀπό τόν κηδεμόνα του καί δέν δοκιμάσει αὐτή τήν ἐμπειρία: «Ἔκανες αὐτό; Σέ περιμένει ἐκεῖνο». Τό περιμένει δηλαδή ἕνας περιορισμός, μιά στέρηση, ἕνα μάλωμα, ἕνας λόγος αὐστηρός.

Τό παιδί χρειάζεται ἀπό τά πρῶτα του βήματα νά ἀρχίσει νά ζεῖ αὐτές τίς ἐμπειρίες, ὅτι δηλαδή ὑπάρχει κάτι πού δέν πρέπει νά τό κάνει, ὑπάρχει κάτι πού δέν πρέπει νά τό πεῖ, ὑπάρχει κάτι πού δέν πρέπει νά τό δεῖ, καί ὅτι, σέ περίπτωση πού θά ἐνεργήσει ἀντίθετα πρός τούς νόμους καί τούς κανόνες αὐτούς, εἶναι ὑποχρεωμένο νά ὑποστεῖ μιά τιμωρία, μέ τήν ἔννοια πού εἴπαμε.

Ὅταν ὁ γονέας ἔτσι ἀντιδρᾶ σ᾿ αὐτό πού λέει ἤ κάνει τό παιδί του, ὅταν ἔτσι λαμβάνει τά μέτρα του γιά τό καλό τοῦ παιδιοῦ, τότε δέν τιμωρεῖ αὐθαίρετα, δέν τιμωρεῖ διότι ἔχει θυμώσει, καί ἐπίσης δέν τιμωρεῖ διότι ἔτσι τοῦ ἔρχεται. Μάλιστα, νά ἐφαρμόσετε αὐτό πού θά ποῦμε στή συνέχεια, καί θά δεῖτε ὅτι καί στόν τιμωροῦντα εἶναι πάρα πολύ εὐεργετικό καί καλό, καί στό παιδί τό ὁποῖο τιμωρεῖται εἶναι πάρα πολύ καλό: νά πάσχει κανείς τήν ὥρα πού τιμωρεῖ. Νά δείχνει δηλαδή ὅτι λυπᾶται, πού βρίσκεται στήν ἀνάγκη νά στερήσει τό γλυκό ἀπό τό παιδί του ἤ ἕναν περίπατο· νά μήν τοῦ δώσει ὅλο τό ἀπόγευμα νά φάει καί νά περιμένει νά ἔλθει ἡ ὥρα τοῦ βραδινοῦ φαγητοῦ, γιά νά τοῦ δώσει νά φάει, ὅταν ἕνα μεσημέρι δέν θέλει τό παιδί νά φάει ἀπό ἰδιοτροπία. Νά δείχνει ἡ μητέρα ὅτι αὐτό πού κάνει δέν ἔχει τήν ἔννοια: «Θά σοῦ δείξω ἐγώ», ἀλλά νά εἶναι φανερό ὅτι λυπᾶται πού τό κάνει. «Λυποῦμαι πάρα πολύ, παιδί μου, ἀλλά ἔτσι πρέπει νά γίνει. Καί πιστεύω ὅτι τό καταλαβαίνεις κι ἐσύ. Ἄν δέν τό καταλαβαίνεις σήμερα, θά τό καταλάβεις αὔριο. Δέν θά ἤθελα ποτέ νά κάνω αὐτό πού κάνω, ἀλλά δέν γίνεται διαφορετικά».