Αγιολογικα
A+
A
A-

74. Ἡ ἀποτομή τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ ἁγίου ἐνδόξου προφήτου Προδρόμου καί βαπτιστοῦ Ἰωάννου

29 Αὐγούστου

Ἡ ἀποτομή τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ ἁγίου ἐνδόξου προφήτου Προδρόμου καί βαπτιστοῦ Ἰωάννου

 

«Διήλθομεν διά πυρός καί δατος, καί ξήγαγες μς ες ναψυχήν»

Μᾶς ἀξιώνει ὁ Κύριος, ἡ Παναγία μας, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος νά κάνουμε ἀπόψε ἀγρυπνία ἐπί τῇ μνήμῃ τῆς ἀποτομῆς τῆς τιμίας αὐτοῦ κεφαλῆς. Καθώς εἴμαστε στόν μήνα Αὔγουστο, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀφιερωμένος ἰδιαίτερα στήν Παναγία, καί καθώς, ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε, ὑπάρχει μιά θαυμάσια παράσταση, ἡ Δέηση, ὅπως λέγεται, στήν ὁποία εἰκονίζεται ὁ Χριστός στό μέσον, ἡ Παναγία ἀπό τά δεξιά τοῦ Χριστοῦ καί ὁ τίμιος Πρόδρομος ἀπό τά ἀριστερά –θά ἔχετε ἀσφαλῶς ὑπ᾿ ὄψιν σας ὅτι στήν Πόλη, στήν Ἁγία Σοφία ὑπάρχει τό καλύτερο ψηφιδωτό, τό ὁποῖο παριστᾶ ἀκριβῶς τή Δέηση· καί ἀλλοῦ βέβαια ὑπάρχει αὐτή ἡ παράσταση– θεωρῶ καλό στή σημερινή ἀγρυπνία νά δοῦμε μιά κάποια ἰδιαίτερη συγγένεια πού ὑπάρχει μεταξύ τῆς Παναγίας καί τοῦ ἑορταζομένου σήμερα τιμίου Προδρόμου. Ὑπάρχει, θά ἔλεγε κανείς, μιά βαθιά, ἄς τό ποῦμε ἔτσι, συγγένεια, μιά βαθιά σχέση καί ὡς πρός τό θέμα τῶν παθημάτων μεταξύ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου καί βαπτιστοῦ καί τῆς Παναγίας.

Φυσικά, ὅλοι οἱ ἅγιοι ἔπαθαν. Πρῶτα ὁ Κύριος ἔπαθε πολλά καί τελικά ἀνέβηκε στόν Σταυρό. Μετά οἱ ἀπόστολοι εἶχαν –ὅλοι σχεδόν– μαρτυρικό θάνατο, ὅπως ἀρκετές φορές τό εἴπαμε, καί μάλιστα κάποιοι ἀπό αὐτούς ὑπέστησαν σταυρικό θάνατο. Ναί, ὅλοι οἱ ἅγιοι ἔπαθαν. Ὄχι μόνο οἱ μάρτυρες –οἱ ἅγιοι δηλαδή τῶν τριῶν πρώτων αἰώνων– ἀλλά ἀργότερα καί οἱ ὅσιοι, πού μαρτύρησαν τό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως, καί ὅλοι οἱ ἅγιοι μέχρι σήμερα. Καί, ἄν θέλετε, ὅλες οἱ ψυχές πού ἀγαποῦν τόν Χριστό, πού θέλουν σωτηρία, πού εἶναι στόν δρόμο τῆς σωτηρίας, ὅλες λοιπόν αὐτές οἱ ψυχές, σύμφωνα μέ αὐτό πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή «Διά πολλν θλίψεων δε μς εσελθεν ες τήν βασιλείαν το Θεο», περνοῦν ἀπό θλίψεις, ἀπό μαρτύρια, εἴτε ἐξωτερικά εἴτε ἐσωτερικά, δηλαδή τό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως. Ὅλοι, ὅπως λέει καί τό λόγιο, πού τό ἀναφέραμε καί ἄλλη φορά, θά μποροῦσαν νά ποῦν: «Διήλθομεν διά πυρός καί δατος, καί ξήγαγες μς ες ναψυχήν».

Μαζί μέ αὐτούς ἔχουμε λοιπόν καί τόν ἅγιο Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος δέν πέρασε λίγα, ἕως ὅτου νά φθάσει στό τέλος του. Καί, ὅπως γνωρίζουμε, πολλοί ἅγιοι –μεταξύ τῶν ὁποίων καί πρῶτος ἀπό ὅλους ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος– ἐπεδίωκαν, θά ἔλεγε κανείς, τίς δυσκολίες καί γι᾿ αὐτό ἦταν μεγάλοι ἀσκητές. Ἀλλά καί τό μαρτύριο τοῦ αἵματος ὑπέστη ὁ ἅγιος Ἰωάννης. Εἶχε, ὅπως τό γνωρίζουμε ὅλοι, αὐτό τό τέλος: «Ἀπετμήθη τήν κεφαλήν».

 

Νά βάλουμε τόν αυτό μας στή θέση το γίου

 

Λέγαμε καί ἄλλη φορά πώς ἄλλο εἶναι ἁπλῶς νά λέμε ὅτι σήμερα γιορτάζουμε τήν τάδε γιορτή καί νά τήν ἔχουμε ὑπ᾿ ὄψιν μας κάπως ἐπιφανειακά –ὅταν πρόκειται, π.χ., γιά τήν ἀποκεφάλιση τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, νά ἔχουμε ὑπ᾿ ὄψιν μας αὐτό τό γεγονός· ὅταν πρόκειται γιά τά μαρτύρια ἄλλων ἁγίων, νά ἔχουμε ὑπ᾿ ὄψιν μας τό μαρτύριό τους– καί ἄλλο εἶναι νά βάλει κανείς λίγο τόν ἑαυτό του στή θέση τοῦ ἄλφα μάρτυρος, τοῦ βῆτα μάρτυρος, καί στήν προκειμένη περίπτωση στή θέση τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Ὁ ὁποῖος ὄχι ἁπλῶς ἦταν στή φυλακή –καί καταλαβαίνουμε πῶς περνοῦσε ἐκεῖ μέσα, ἐκεῖνα μάλιστα τά χρόνια– ἀλλά καί θανατώθηκε. Καί ἦταν στή φυλακή ὄχι βέβαια διότι ἔκανε ἐγκλήματα, ἀλλά διότι κήρυξε τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, διότι ἤλεγξε δριμύτατα τόν Ἡρώδη, ὁ ὁποῖος ἐνυμφεύθη τή γυναίκα τοῦ ἀδελφοῦ του.

Κάθε ἅγιος κηρύττει τήν ἀλήθεια. Κάθε ἅγιος φανερώνει τήν ἀλήθεια ὡς πρός ὅλα τά θέματα, ἀλλά, ὅπως ἔχουμε πεῖ, κάθε ἅγιος ἔχει καί ἕνα ἰδιαίτερο χάρισμα. Ἄλλος ἔχει τό χάρισμα τῆς προσευχῆς καί ἀφοσιώνεται στό χάρισμα αὐτό, στό ἔργο αὐτό, καί, τρόπον τινά, δέν ἀποστέλλεται εἰδικά στούς ἀνθρώπους, στούς ἁμαρτάνοντας, στούς σφάλλοντας, γιά νά τούς ἐλέγξει. Ἄλλος ἔχει τό χάρισμα τῆς ἐλεημοσύνης, ἄλλος ἔχει ἄλλο χάρισμα, καί ἄλλος ἔχει τό χάρισμα τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Ὅπως ἐστάλη ὁ ἅγιος Ἰωάννης ἀπό τόν Θεό νά γίνει πρόδρομος τοῦ Κυρίου καί νά ἑτοιμάσει «τάς τρίβους ατο», ἔτσι ἐπίσης ἐστάλη, γιά νά ἐλέγξει τό κακό, γιά νά ἐλέγξει τήν ἁμαρτία καί πιό συγκεκριμένα τή μεγάλη αὐτή ἁμαρτία τοῦ Ἡρώδη, μέ ἀποτέλεσμα νά ὀργισθεῖ ὁ Ἡρώδης καί νά τόν βάλει στή φυλακή. Ὡστόσο, δέν ἤθελε καί νά τόν θανατώσει· ὅμως, ἡ Ἡρωδιάδα κατόρθωσε μέ δόλο νά πάρει τήν κεφαλή τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Καί τελικά ἀποκεφαλίσθηκε.

Νά βάλουμε τόν ἑαυτό μας στή θέση τοῦ ἁγίου. Ἄραγε πῶς θά τό παίρναμε ἐμεῖς τό ὅλο θέμα; Νά φυλακισθοῦμε, νά περιφρονηθοῦμε, νά κατηγορηθοῦμε, νά ἀδικηθοῦμε, κι ἐκεῖ στή φυλακή νά μήν ξέρουμε τί θά μᾶς συμβεῖ, καί κάποια στιγμή νά ἔρθει ὁ σπεκουλάτωρ, ὅπως λέει ὁ εὐαγγελιστής, δηλαδή ὁ δήμιος, νά μᾶς πάρει τό κεφάλι. Δέν χωράει καμιά ἀμφιβολία πώς, ὅταν ἦρθε αὐτή ἡ ὥρα, ὁ ἅγιος Ἰωάννης «γαλλιάσατο τ πνεύματι». Ὁπωσδήποτε. Ὅπως καί ὅλοι οἱ ἅγιοι μάρτυρες, ὅταν ἔφθανε ἡ ὥρα τοῦ μαρτυρίου, ἡ ὥρα τοῦ ἀποκεφαλισμοῦ, ὅταν ἔφθανε ἡ ὥρα τοῦ τέλους, χαίρονταν καί δέν λογάριαζαν καθόλου ἄν πονέσουν ἤ ἄν δυσκολευτοῦν.

Ἄλλο εἶναι νά τά διαβάζουμε αὐτά ἐμεῖς σήμερα, νά τά ἀκοῦμε καί κάπως νά θαυμάζουμε, καί ἄλλο εἶναι νά βάλουμε τόν ἑαυτό μας στή θέση τοῦ κάθε μάρτυρος –στή θέση ἐδῶ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, γιά νά μᾶς πάρουν τό κεφάλι– τή στιγμή πού δέν σηκώνουμε κάποιες δυσκολίες πού μᾶς τυχαίνουν: μπορεῖ, ὅπως εἴπαμε, νά μᾶς ἀδικοῦν, νά μᾶς περιφρονοῦν, νά μᾶς κατηγοροῦν, νά μᾶς συκοφαντοῦν. Ὁ ἄλλος δέν σέ λυπᾶται καθόλου· ἄν ἔχει τή δυνατότητα κι ἄν ἔχει καί τό ξίφος στό χέρι, ὅλα τά κάνει.

Ὑφιστάμεθα ὄντως κάποια τέτοια πράγματα γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ «ο θέλοντες εσεβς ζν ν Χριστ ησο διωχθήσονται»· δέν θά καλοπεράσουν. Γενικότερα ἡ ἀρετή εἶναι κάτι πού δέν γίνεται ἀποδεκτό ἀπό τούς ἀνθρώπους καί στοιχίζει. Ὅσο κι ἄν φαίνεται παράδοξο, ἄν ἀποφασίσεις νά ζήσεις κατά Θεόν –καί ἄλλη φορά τό λέγαμε– θά σέ φᾶνε· ὄχι κάποιοι ἐχθροί, κάποιοι εἰδωλολάτρες, ἀλλά οἱ ἴδιοι οἱ ἀδελφοί σου. Διότι, καθώς δέν φιλοτιμεῖται ὁ καθένας νά κάνει ἀγώνα πνευματικό, ὥστε νά δεῖ τί σημαίνει αὐτό, ἄν δεῖ κάποιον ἄλλο νά ἀγωνίζεται, ὁπωσδήποτε ἐνοχλεῖται, κυριεύεται ἀπό ἀνάλογα αἰσθήματα καί παραφέρεται.

Μᾶς συμβαίνουν, λοιπόν, κάποια δυσάρεστα πράγματα, κι ἐμεῖς δέν εἴμαστε καθόλου πρόθυμοι νά τά σηκώσουμε, ἐνῶ πρέπει νά χαιρόμαστε. Ὅταν σέ κατηγοροῦν, γιά παράδειγμα, ἐσύ νά προσπαθεῖς νά μήν ἀληθεύουν αὐτά τά ὁποῖα λένε γιά σένα, ἄν εἶναι ἄδικα· ἀλλιῶς, ὅσο περισσότερο σέ ἀδικοῦν, τόσο περισσότερο νά χαρεῖς. Ὅσο περισσότερο σέ περιφρονοῦν, σέ παραγνωρίζουν, δέν σοῦ φέρονται καλά, τόσο πιό πολύ νά χαίρεσαι. Αὐτό εἶναι μιά κάποια συμμετοχή σέ ἕνα ὑποτυπῶδες μαρτύριο. Ὅλοι καλούμαστε νά μαρτυρήσουμε ἔτσι ἤ ἔτσι, καί ὅσο περισσότερο δέχεσαι αὐτά πού οἰκονομεῖ ὁ Θεός, τόσο ὄντως ὁ Θεός οἰκονομεῖ νά ἔρθουν καί ἄλλα καί ἄλλα, γιά νά ἁγιασθεῖ ἡ ψυχή σου.

 

Στήν δια παγίδα

πού χει πέσει λη νθρωπότητα

 

Τό δικό μας πνεῦμα, τό δικό μας φρόνημα δέν εἶναι καθόλου καλό. Ὅπως ἔχουμε πεῖ καί ἄλλη φορά, ὁ πολύς κόσμος, ὅ,τι κάνει, τό κάνει γιά νά εὐχαριστηθεῖ, γιά νά περνάει ὡραῖα καί καλά· κάπου ἐκεῖ ὅμως τό πηγαίνουν καί οἱ χριστιανοί. Κάνουν τόν ἀγώνα τους τόν πνευματικό, τόν ὅποιο ἀγώνα, καί ὅ,τι ἄλλο –ἄς ποῦμε τά θρησκευτικά τους καθήκοντα– ἀλλά ὁ ἀπώτερος σκοπός τοῦ κόπου τους εἶναι νά τούς ἔρθουν τά πράγματα ὅπως τά θέλουν. Πολύ σπάνια νά βρεθεῖ μιά χριστιανή ψυχή πού νά πεῖ: «Θεέ μου, ὅπως θέλεις ἐσύ. Ὅπως θέλεις ἐσύ». Καί μάλιστα ὄχι μόνο νά τό πεῖ, ἀλλά καί νά δεχθεῖ εὐχαρίστως ὅ,τι κι ἄν εἶναι αὐτό πού θά ἐπιτρέψει ὁ Θεός. Ὅσο κι ἄν στοιχίζει, νά τό δεχθεῖ.

Πολύ σπάνια νά βρεθεῖ τέτοιος χριστιανός. Πέφτουμε, χωρίς νά τό καταλαβαίνουμε, στήν ἴδια παγίδα πού ἔχει πέσει ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα. Τό ἰδανικό, τό ἰδεῶδες σήμερα, ἐκεῖνο πού κυνηγάει ὁ καθένας εἶναι πῶς θά εὐχαριστηθεῖ, πῶς θά ἔρθουν τά πράγματα ἔτσι ὅπως τά θέλει, μέ τήν ἔννοια δηλαδή νά καλοπεράσει. Οἱ χριστιανοί μάλιστα μπορεῖ νά κάνουν καί μεγαλύτερη ἁμαρτία –φαίνεται ὑπερβολικό αὐτό, ἀλλά νά τό ἔχουμε κατά νοῦν– διότι χρησιμοποιοῦν τή σχέση τους μέ τόν Θεό, τήν ὅποια, ἄς ποῦμε, θυσία κάνουν γιά τόν Θεό, ἀκριβῶς γιά νά ἔρθει καί σ᾿ αὐτούς τελικά αὐτό πού θέλουν, δηλαδή νά εὐχαριστηθοῦν.

Γι᾿ αὐτό καί ὁ καθένας, ὅταν δέν ἔρθουν τά πράγματα ὅπως τά θέλει, τρομάζει, κάνει πίσω, παραπονεῖται, στενοχωρεῖται. Καί τό χειρότερο ἀπ᾿ ὅλα, πελαγώνει, τά χάνει, δέν ἀντέχει καθόλου. Γιατί; Γιατί ἀκριβῶς δέν ἔμαθε νά πιστεύει στόν Χριστό καί νά εἶναι ἕτοιμος νά δεχθεῖ ὅ,τι κι ἄν ἔρθει, πιστεύοντας βέβαια ἀπόλυτα ὅτι ὁ Κύριος μαζί μέ τόν πειρασμό θά στείλει καί τήν ἔκβαση, ὅτι ὁ Κύριος ὁπωσδήποτε μιά μέρα θά τόν βγάλει σέ ἀναψυχή.

«Καί σο δέ ατς τήν ψυχήν

διελεύσεται ομφαία»

 

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος μαρτύρησε· τοῦ ἔκοψαν τό κεφάλι. Καί ἔτσι ὑπάρχει βαθυτάτη, μποροῦμε νά ποῦμε, σχέση καί συγγένεια μεταξύ αὐτοῦ καί τῆς Παναγίας, τήν ὁποία γιορτάζουμε ὅλο αὐτόν τόν μήνα.

Ὅταν πῆγε ἡ Παναγία στόν ναό μαζί μέ τόν Χριστό, τόν Υἱό της, σαράντα ἡμέρες μετά τή γέννησή του, ὁ ἅγιος Συμεών –ὁ ὁποῖος χρόνια καί χρόνια περίμενε νά ἐμφανισθεῖ ὁ Μεσσίας, γιά νά τόν δεῖ, καί ἐκείνη τήν ἡμέρα τό Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ ὑπέδειξε νά πάει στόν ναό– τί εἶπε στήν Παναγία; «δού οτος κεται ες πτσιν καί νάστασιν πολλν ν τ σραήλ καί ες σημεον ντιλεγόμενον». Ἀφοῦ τούς εὐλόγησε, εἶπε πρός τή Μαριάμ, τή μητέρα τοῦ παιδίου, τή μητέρα τοῦ Χριστοῦ: «Αὐτός θά γίνει αἰτία νά καταστραφοῦν ἤ νά σωθοῦν πολλοί Ἰσραηλίτες καί θά εἶναι σημεῖο ἀντιλεγόμενο». Ἄλλοι θά λένε ἔτσι, ἄλλοι θά λένε ἀλλιῶς. Καί ἀναφερόμενος στήν Παναγία πρόσθεσε: «Καί σο δέ ατς τήν ψυχήν διελεύσεται ομφαία». «Καί εἰδικότερα γιά σένα ἔχω νά πῶ ὅτι θά διαπεράσει τήν καρδιά σου δίκοπο μαχαίρι».

Τά λέει αὐτά ὁ δίκαιος Συμεών, πού εἶχε χρησμό ἀπό τόν Θεό ὅτι δέν θά πεθάνει, ἕως ὅτου νά δεῖ τόν Μεσσία. Καί τώρα ἀκριβῶς πού εἶναι στόν ναό ἐκεῖ –ὅπου τοῦ δόθηκε αὐτή ἡ μεγάλη χάρη νά δεχθεῖ στίς ἀγκάλες του τόν ἴδιο τόν Κύριο, διότι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, καθώς ὁ ἅγιος Συμεών εἶναι καί προφήτης, τοῦ εἶχε πεῖ ὅτι δέν θά πεθάνει, ἕως ὅτου νά δεῖ τόν Χριστόν Κυρίου– τό Πνεῦμα τό Ἅγιο πάλι τόν φωτίζει καί λέει αὐτά τά λόγια, ἀπευθυνόμενος πρῶτα καί στούς δύο καί μετά πρός τήν Παναγία: «Σο δέ ατς τήν ψυχήν διελεύσεται ομφαία», θά διαπεράσει τήν καρδιά σου δίκοπο μαχαίρι· καί ἐννοοῦσε μέ αὐτές τίς λέξεις ὅλα ἐκεῖνα πού θά περνοῦσε ἡ Παναγία ὡς μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἕως ὅτου θά ἔφθανε καί αὐτή στό τέλος.

Καί ἀσφαλῶς ὁ ἅγιος Συμεών ἐδῶ, μέ τά λόγια αὐτά, ὑπαινίσσεται τίς ὅλες ταλαιπωρίες καί στενοχωρίες πού πέρασε ἡ Παναγία –διότι, νά, σέ λίγο καιρό φεύγει ἐξορία στήν Αἴγυπτο– ἀλλά κυρίως ἀναφέρεται στό μεγάλο μαρτύριο πού πέρασε ἡ Παναγία τίς ἡμέρες ἐκεῖνες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, καί εἰδικότερα τίς ὧρες ἐκεῖνες κατά τίς ὁποῖες συνελήφθη ὁ Υἱός της καί δικάσθηκε, καταδικάσθηκε καί τόν ἀνέβασαν στόν Σταυρό. Καί αὐτή κάπου ἐκεῖ βρισκόταν καί τά παρακολουθοῦσε. Ὅταν πηγαίνουμε στά Ἰεροσόλυμα, στόν ναό τῆς Ἀναστάσεως, βλέπουμε τό μέρος. Λίγο πιό πέρα ἀπό τόν τόπο ὅπου ἔγινε ἡ Ἀποκαθήλωση πρέπει νά ἦταν τό μέρος ἀπό ὅπου οἱ γυναῖκες ἐκ τοῦ μακρόθεν ἔβλεπαν τόν Χριστό ἐκεῖ στόν Γολγοθᾶ νά σταυρώνεται. Ὄντως διαπέρασε τήν Παναγία ρομφαία, διαπέρασε τήν Παναγία πόνος, θλίψη.

Ὅπως ξέρουμε, τά σχετικά τροπάρια προσπαθοῦν νά παρουσιάσουν ὅσο γίνεται περισσότερο –μέ σεμνότητα βέβαια– ὅλον αὐτόν τόν πόνο πού πέρασε ἡ Παναγία. Οἱ ὀρθόδοξες ἁγιογραφίες παρουσιάζουν τήν Παναγία νηφάλια, συγκρατημένη. Καί τόν Χριστό οἱ ὀρθόδοξες εἰκόνες δέν τόν παρουσιάζουν ἐπάνω στόν Σταυρό, ὅπως τόν παρουσιάζουν οἱ καθολικοί –μέ ἀνοιχτό τό στόμα νά ὀδυνᾶται κατά ἕναν τρόπο ὄχι παραδεκτό– δηλαδή σάν νά εἶναι ἕνας κοινός ἄνθρωπος. Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὁ Ἐσταυρωμένος Κύριος εἶναι αὐτός ὁ ὁποῖος καρφώθηκε ἑκουσίως ἐκεῖ στόν Σταυρό γιά τίς ἁμαρτίες μας, ἀλλά εἶναι ὁ Βασιλεύς τῆς Δόξης, καί εἶναι ἤρεμος, ἥμερος, πραγματικός βασιλεύς, νικητής ἔνδοξος.

Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι δόξα γιά τόν Χριστό. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶχε πεῖ τίς ἡμέρες λίγο πρίν ἀπό τό Πάθος: «λήλυθεν ρα να δοξασθ Υἱός το νθρώπου», ἀλλά καί στό πρῶτο εὐαγγέλιο τή Μεγάλη Πέμπτη τό βράδυ διαβάζουμε: «Πάτερ, λήλυθεν ρα· δόξασόν σου τόν υἱόν». Καί ἡ δόξα αὐτή εἶναι ὁ Σταυρός. Γι᾿ αὐτό στίς ὀρθόδοξες εἰκόνες ὁ Ἐσταυρωμένος παρουσιάζεται ὡς νικητής. Πάσχει μέν ὡς ἄνθρωπος, ἀλλά συγχρόνως, ἐπειδή εἶναι Θεός, εἶναι νικητής τοῦ κακοῦ, νικητής τῆς ἁμαρτίας καί γι᾿ αὐτό εἶναι δοξασμένος ἐκεῖ ἐπάνω στόν Σταυρό.

Ἔτσι παρουσιάζουν οἱ εἰκόνες καί τήν Παναγία: συγκρατημένη, σεμνή, καί ὄχι νά κάνει κινήσεις πού δέν ἁρμόζουν. Καίτοι τά τροπάρια λένε καί ὑπαινίσσονται κάτι τέτοιο, ὅμως στίς εἰκόνες δέν παρουσιάζεται ἔτσι ἡ Παναγία. Σηκώνει καί αὐτή τόν σταυρό της, βαστάζει τόν πόνο της, καί τόν βαστάζει μάλιστα μέ νηφαλιότητα ὡς μητέρα τοῦ Θεοῦ, καί δοξάζεται καί αὐτή κοντά στόν Υἱό της. Ὅμως, ὄντως –σύμφωνα μέ τήν προφητεία τοῦ ἁγίου Συμεών– διαπέρασε ρομφαία τήν καρδία τῆς Παναγίας, τή διαπέρασε δίκοπο μαχαίρι. Πόνεσε στή ζωή της· πολύ πόνεσε.

 

τσι δοξάζεται ψυχή το νθρώπου

 

Θά παρακαλοῦσα, ἀδελφοί μου, νά τό νιώσουμε, ὅσο γίνεται, αὐτό, ὅτι πόνεσε ἡ Παναγία, ὅπως πόνεσαν ὅλοι οἱ ἅγιοι, ὅπως πόνεσε ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, ὅπως πόνεσε πρῶτα ὁ Χριστός. Πόνεσε. Καί εἶναι ἕνα μεγάλο θέμα αὐτό.

Γιά τόν ἑαυτό του –θά μπορούσαμε νά ποῦμε– ὁ Χριστός πῆρε τήν ἀπόφαση νά σταυρωθεῖ ὑπέρ τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου καί σταυρώνεται καί σηκώνει τόν πόνο. Πῶς ὅμως ὁ Χριστός ἀφήνει νά ἔχει τέτοιο τέλος, π.χ., ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος; Δέν θά μποροῦσε ὁ Χριστός, πού εἶναι Θεός, πού ὅλα τά ἔχει στά χέρια του καί ὅλα τά ἐλέγχει, νά οἰκονομήσει ἔτσι τά πράγματα, ὥστε νά μήν περάσει τελικά αὐτόν τόν φοβερό πόνο ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, μέ τό νά τοῦ κόψουν τό κεφάλι; Καί δέν θά μποροῦσε νά οἰκονομήσει ἔτσι τά πράγματα, ὥστε νά μήν πονέσει ἡ μητέρα του; Ἐπίσης, δέν θά μποροῦσε νά οἰκονομήσει ὁ Χριστός τά πράγματα ἔτσι, ὥστε νά μήν πονέσουν ἔπειτα οἱ μαθηταί του, οἱ ἀπόστολοι, νά μήν πονέσουν οἱ ἅγιοι, οἱ μάρτυρες; Πῶς, ἐνῶ θά μποροῦσε νά τό κάνει, δέν τό ἔκανε;

Μεγάλο θέμα αὐτό, καί παρακαλῶ νά τό προσέξουμε. Δέν εἶναι τά πράγματα ὅπως τά παίρνουμε ἐμεῖς. Ἡ Παναγία πονάει, διαπερνάει τήν καρδιά της δίκοπο μαχαίρι, ἀκριβῶς διότι εἶναι μητέρα τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶναι μητέρα τοῦ Θεοῦ γιά νά ἀπαλλαγεῖ, γιά νά ξεγλιτώσει ἀπό αὐτά, ἀλλά ἀκριβῶς διότι εἶναι μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἐπιτρέπει ὁ Θεός, οἰκονομεῖ ὁ Υἱός νά περάσει αὐτόν τόν πόνο ἡ μητέρα του.

Ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ὑφίσταται αὐτόν τόν πόνο τοῦ ἀποκεφαλισμοῦ, ἀκριβῶς διότι εἶναι ὁ προφήτης, ὁ μεγαλύτερος προφήτης, « μείζων ν γεννητος γυναικν», ὁ μεγαλύτερος ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους, αὐτός πού προετοίμασε τόν δρόμο τοῦ Χριστοῦ καί ἐδῶ στή γῆ καί κάτω στόν ἅδη. Διότι αὐτός πρῶτος πῆγε στόν ἅδη, καί προετοίμασε καί ἐκεῖ τά πράγματα, καί ἔπειτα πῆγε ὁ Χριστός. Καί τά ὑπέστη ὅλα αὐτά, ἀκριβῶς διότι εἶναι τοῦ Χριστοῦ, ὁ προφήτης τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἅγιος τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ, τό ὄργανο τοῦ Θεοῦ. Καί ὅλοι οἱ ἄλλοι ἅγιοι πέρασαν ὅσα πέρασαν, ἀκριβῶς γιατί ἦταν τοῦ Χριστοῦ.

Νά τό καταλάβουμε καλά-καλά αὐτό, ὅτι, ἀκριβῶς διότι πιστεύουμε στόν Χριστό, ἀκριβῶς διότι πιστεύουμε στόν ἀληθινό Θεό, ἀκριβῶς διότι τά παίρνουμε στά σοβαρά τά πράγματα, ἀκριβῶς διότι θέλουμε νά κάνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, νά ὑπακοῦμε στό θέλημά του, νά κάνουμε τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, ἀκριβῶς διότι τελικά θέλουμε νά σωθοῦμε, θά περάσουμε πολλά. Μόνο ὁ Θεός ξέρει τί θά περάσει ὁ καθένας μας, τί χρειάζεται νά περάσει ὁ καθένας μας. Καί πρέπει νά τά προσμένουμε αὐτά μέ χαρά καί ὄχι ἁπλῶς νά ἑτοιμαζόμαστε γι᾿ αὐτά. Νά τά προσμένουμε. Διότι εἶναι δόξα μας. Ὅπως γιά τόν Χριστό ἡ δόξα εἶναι ὁ Σταυρός, ἔτσι καί γιά τούς ἀνθρώπους τοῦ Χριστοῦ –καί τότε πού μαρτυροῦσαν καί ἀργότερα καί τώρα– τά παθήματα, τά ὅποια παθήματα, ἡ ὅποια ἀδικία, ὁ ὅποιος πόνος γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, εἶναι δόξα.

Βέβαια, τήν ὥρα πού ἀδικεῖσαι, πονάει ἡ ψυχή σου· τήν ὥρα πού σοῦ κάνουν τό ὅποιο κακό, ἔστω κι ἄν δέν σέ δέρνουν, πονάει ἡ ψυχή σου. Μπορεῖ μάλιστα καμιά φορά, ἄν σέ δείρουν, ὁ πόνος νά εἶναι πολύ λιγότερος ἀπό τόν ψυχικό, τόν πνευματικό πόνο. Καί ὅμως, νά τά περιμένει κανείς αὐτά μέ χαρά, νά τά δέχεται μέ χαρά καί νά δοξάζει καί νά εὐχαριστεῖ τόν Θεό, διότι ἔτσι δοξάζεται ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου.

Ἐκτός αὐτοῦ –γιά νά τό δοῦμε καί ἀπό μιά ἄλλη, πάλι καθαρῶς πνευματική πλευρά τό θέμα– ἄν δέν περάσει μέσα ἀπό τήν ψυχή σου πραγματικά ρομφαία, ἄν δέν σουβλισθεῖ –ἄν ἐπιτρέπεται νά πῶ– ἡ ψυχή σου, ἄν δέν πονέσεις καί δέν ματώσεις, πολλές μή καλές καταστάσεις πού ὑπάρχουν μέσα στήν ψυχή σου δέν θά πάρεις καθόλου εἴδηση ὅτι ὑπάρχουν, ὁπότε θά μένουν ἐκεῖ, καί ἔτσι δέν θά μετανοήσεις γι᾿ αὐτές καί θά φύγεις ἀμετανόητος.

Γι᾿ αὐτό ἔχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία νά γνωρίσουμε καλά-καλά τόν ἑαυτό μας, πρίν φύγουμε ἀπό αὐτόν τόν κόσμο, γιά νά μετανοήσουμε ἀνάλογα καί νά ζητήσουμε συγχώρηση ἀπό τόν Θεό, ὥστε ὄντως νά συγχωρηθοῦμε, νά καθαρισθοῦμε, νά λαμπικαρισθεῖ ἡ ψυχή μας, νά σωθεῖ ἡ ψυχή μας καί νά δοξασθεῖ. Ἐγώ, καί ὡς ἐκ τῆς θέσεώς μου, ἄν ἐπιτρέπεται νά πῶ ἔτσι, γνωρίζω πολύ καλά ὅτι πάρα πολλά βαθύτερα ἐλαττώματα, βαθύτερα πάθη, βαθύτερες ἁμαρτωλές καταστάσεις δέν θά ἔβγαιναν στήν ἐπιφάνεια, καί οὔτε θά ἔπαιρνε εἴδηση κανείς ὅτι τά ἔχει, ἐάν ὁ Θεός δέν ἐπέτρεπε νά πονέσει, νά ματώσει ὁ ἄνθρωπος.

 

Εναι χάρισμα

νά μς ξιώνει Κύριος νά πάσχουμε

 

Ἀπόψε λοιπόν πού κάνουμε τήν ἀγρυπνία ἐπί τῇ μνήμῃ τῆς ἀποκεφαλίσεως τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, καί καθώς εἴμαστε στόν μήνα Αὔγουστο, πού ἰδιαίτερα εἶναι ἀφιερωμένος στήν Παναγία, μᾶς δίδεται ἡ εὐκαιρία νά σκεφθοῦμε ἐπάνω ἀκριβῶς σ᾿ αὐτό τό θέμα, ὅτι δηλαδή καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος πόνεσε, καί ἡ Παναγία ἐπίσης, σύμφωνα μέ τήν προφητεία τοῦ ἁγίου Συμεών, πόνεσε, καί ὅτι ὁ Θεός ἐπέτρεψε νά πάθουν, ἀκριβῶς διότι ἦταν δικοί του. Πρέπει νά διδαχθοῦμε ἐμεῖς ἀπό ὅλη αὐτή τήν ἀλήθεια καί νά μή διστάσουμε νά ἀναθεωρήσουμε τήν ὅλη ἐσωτερική μας πραγματικότητα, τήν ὅλη ἐσωτερική μας, ἄς πῶ, φιλοσοφία. Νά τό πάρουμε ἀπόφαση νά παραδοθοῦμε στά χέρια τοῦ Θεοῦ, στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά κάνει ὁ Θεός στόν καθένα μας ὅ,τι ἐκεῖνος θέλει καί νά οἰκονομήσει τά πράγματα ὅπως ἐκεῖνος θέλει.

Ἔτσι εἶναι βέβαιο, ἀδελφοί μου –βέβαιο, ἀφοῦ ὁ Θεός ὁμιλεῖ ἔτσι– ὅτι ὄντως θά γνωρίσουμε τόν Χριστό, ὄντως μέ τή χάρη του θά γνωρίσουμε τόν ἑαυτό μας καί ὄντως θά ἔχουμε σωστή αὐτογνωσία· ὅτι μέ τή χάρη του θά μετανοήσουμε ἀληθινά, θά ὑπακούσουμε ἀληθινά, καί ὅτι ὁ Κύριος θά μᾶς βάλει κι ἐμᾶς στόν δρόμο αὐτόν, στόν ὁποῖο ἔβαλε ὅλους ἐκείνους πού πόνεσαν γιά τήν ἀγάπη του· πού πόνεσαν, ἀκριβῶς διότι πίστεψαν. Ἄς θυμηθοῦμε ἐκεῖνο τό χωρίο πού λέει: «μν χαρίσθη τό πέρ Χριστο, ο μόνον τό ες ατόν πιστεύειν, λλά καί τό πέρ ατο πάσχειν». Εἶναι χάρισμα νά μᾶς ἀξιώνει ὁ Κύριος νά πάσχουμε.

Εἴθε νά μᾶς βάλει ὁ Κύριος σ᾿ αὐτόν τόν δρόμο τῶν παθημάτων καί νά μᾶς δώσει κουράγιο νά μή λιποψυχήσουμε, νά μή φοβηθοῦμε, νά μήν κάνουμε πίσω, ὅπως κι ἄν ἔρθουν τά πράγματα. Γιατί πάντοτε ἔρχονται ἔτσι τά πράγματα, πού λέει κανείς: «Ἐάν ἦταν ἀλλιῶς, καλά· ἀλλά, νά, εἶναι ἔτσι, καί αὐτό δέν τό μπορῶ». Ὄχι! Μήν τό ποῦμε αὐτό. Νά τά δεχθοῦμε ὅπως τά ἐπιτρέψει ὁ Θεός, καί νά βαδίσουμε τόν δρόμο. Καί ὁ Κύριος θά μαλακώσει τίς ψυχές μας, θά τίς χαροποιήσει, θά τίς ἀναψύξει, ἀλλά κυρίως θά μᾶς βάλει στή βασιλεία του τήν αἰώνια.

 

29-8-1996