Αγιολογικα
A+
A
A-

16. Ἡ τρίτη εὕρεσις τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ ἁγίου ἐνδόξου προφήτου, Προδρόμου καί βαπτιστοῦ Ἰωάννου

Γιορτάζουμε ἀπόψε τήν τρίτη, ὅπως λέγεται, εὕρεση τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ἐνῶ ἡ πρώτη καί ἡ δεύτερη εὕρεση ἑορτάζονται μαζί στίς 24 Φεβρουαρίου. Βέβαια, ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἦταν καί εἶναι αὐτός πού εἶναι μέσα στήν Ἐκκλησία. Ὅπως ἐπίσης καί ἡ κάρα του ἦταν καί εἶναι θησαυρός γιά τήν Ἐκκλησία. Καί βλέπετε, ἡ Ἐκκλησία βρίσκει ὅτι πρέπει νά θεωρήσει πώς εἶναι ἰδιαίτερο γεγονός κάθε φορά πού βρίσκει τήν κάρα τοῦ Τιμίου Προδρόμου καί γι᾿ αὐτό καθιέρωσε ἑορτή καί γιά τήν πρώτη καί δεύτερη εὕρεσή της καί γιά τήν τρίτη. Καί μάλιστα, ὄχι ἁπλῶς τελοῦμε τή μνήμη τῆς εὑρέσεως _μιά ἁπλή μνήμη_ ἀλλά τά βιβλία τά ἐκκλησιαστικά ἔχουν πλήρη ἀκολουθία καί τώρα καί στίς 24 Φεβρουαρίου. Γιά τήν Ἐκκλησία ὄχι ἁπλῶς ἡ κάρα τοῦ τιμίου Προδρόμου εἶναι ἁγία κάρα, ἀλλά εἶναι σημαντικό καί μεγάλο καί τό γεγονός τῆς εὑρέσεώς της.

{Στήν Ἐκκλησία εἶναι ὅλος ὁ θησαυρός πού θά μποροῦσε νά ἐπιθυμήσει ἡ ἀνθρώπινη ψυχή}

Αὐτό, νομίζω, μᾶς βοηθάει νά δοῦμε μερικά πράγματα καλύτερα. Μέσα στήν Ἐκκλησία ἔχουμε τά πάντα. Ἔχουμε τόν ἴδιο τόν Κύριο, ἔχουμε τά μυστήρια, ἔχουμε τούς ἁγίους, ἔχουμε ὅλο τόν οὐράνιο θησαυρό πού μποροῦσε ὁ Θεός νά δώσει στούς ἀνθρώπους, στό σύνολό τους καί στόν καθένα χωριστά. Ὅμως αὐτός ὁ θησαυρός μπορεῖ νά εἶναι κρυμμένος. Ὑπάρχει ὡς θησαυρός, καί αὐτός καθ᾿ ἑαυτόν ὁ θησαυρός δέν χάνει καθόλου τήν ἀξία του οὔτε φθείρεται, ὅπως ὁ χρυσός, πού ὅπου κι ἄν εἶναι, εἶναι χρυσός καί οὔτε λερώνεται οὔτε φθείρεται οὔτε σκουριάζει. Ἀλλ᾿ ἐάν ὅμως εἶναι κρυμμένος, εἶναι θησαυρός κρυμμένος. Δέν ἀρκεῖ νά ὑπάρχει ὁ θησαυρός. Χρειάζεται νά βρεθεῖ κιόλας.

Στήν Ἐκκλησία εἶναι ὅλος ὁ θησαυρός πού θά μποροῦσε νά ἐπιθυμήσει καί νά δεχθεῖ ἡ ἀνθρώπινη ψυχή. Ὅμως μπορεῖ νά εἶναι κρυμμένος αὐτός ὁ θησαυρός. Ἐπαναλαμβάνω, ἡ Ἐκκλησία θεώρησε μεγάλο γεγονός τό ὅτι βρέθηκε ἡ κάρα τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Ὄχι τό ὅτι ἦταν ἁγία· αὐτό τό ἤξερε, ἀλλά τό ὅτι βρέθηκε ἡ κάρα, καί ἦταν πλέον στή διάθεση τῶν πιστῶν νά τήν προσκυνήσουν καί νά εὐλογηθοῦν ἀπ᾿ αὐτήν. Καί ἡ Ἐκκλησία τό γιορτάζει αὐτό τό γεγονός. Δέν ἀρκεῖ λοιπόν ἁπλῶς νά ὑπάρχει ὁ οὐράνιος θησαυρός, ἀλλά πρέπει νά τόν βροῦμε τόν θησαυρό αὐτό, πρέπει νά μᾶς ἀποκαλυφθεῖ ὁ θησαυρός αὐτός.

Θά μπορούσαμε ἐπίσης νά προσέξουμε ἐδῶ ὅτι σ᾿ αὐτές τίς περιπτώσεις οἱ ἄνθρωποι, οἱ χριστιανοί, ψάχνουν νά βροῦν τό λείψανο ἑνός ἁγίου, τήν κάρα ἑνός ἁγίου, τήν κάρα ἐδῶ τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Δέν μένουν βέβαια ἀδρανεῖς οἱ χριστιανοί, ἀλλά κατά κανόνα, εἴτε ἡ κάρα τοῦ Τιμίου Προδρόμου εἴτε ἡ κάρα κάποιου ἄλλου ἁγίου, τό λείψανο κάποιου ἁγίου, φανερώνεται ὡς ἐκ θαύματος. Εἶναι ἡ ἴδια ἡ κάρα πού φανερώνει τόν ἑαυτό της ἤ, ἄν θέλετε, ὁ Θεός εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος φανερώνει τά λείψανα τῶν ἁγίων, ὁ Θεός εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἀποκαλύπτει, φανερώνει, τόν θησαυρό.

Στόν ὑλικό χρυσό χρειάζεται νά ἐρευνήσει κανείς, νά ἐργασθεῖ, νά κοπιάσει, καί κατά κάποιο τρόπο μέ μαθηματική ἀκρίβεια βρίσκει τόν χρυσό. Ἐδῶ δέν εἶναι ἀκριβῶς ἔτσι. Ὅσο κι ἄν ἐρευνήσει κανείς, ἅμα δέν φανερωθεῖ, ἅμα δέν ἀποκαλυφθεῖ, αὐτός ὁ οὐράνιος θησαυρός, δέν τόν βρίσκει κανείς. Αὐτό βέβαια καθόλου δέν σημαίνει ὅτι ἁπλῶς θά περιμένει κανείς νά τοῦ φανερωθεῖ ὁ οὐράνιος θησαυρός. Ὁ οὐράνιος θησαυρός φανερώνεται ὁ ἴδιος, ἀποκαλύπτεται ὁ ἴδιος, ἀλλά σ᾿ ἐκεῖνον πού τόν γυρεύει, σ᾿ ἐκεῖνον πού τόν ζητάει, σ᾿ ἐκεῖνον πού τόν πιστεύει, σ᾿ ἐκεῖνον πού τόσο πολύ ἔχει ἐλπίσει σ᾿ αὐτόν, ὅσο κι ἐκεῖνος _ὅπως λέει ὁ Κύριος στή σχετική παραβολή1_ πού βρῆκε χωράφι μέ θησαυρό καί πῆγε καί τά πούλησε ὅλα, ὅ,τι εἶχε καί δέν εἶχε, γιά νά πάρει ἀκριβῶς αὐτό τό χωράφι. Ἀπό κεῖ καί πέρα εἶναι στή διάθεσή του ὁ θησαυρός. Κάνει ἐντύπωση ὅτι ὁ Κύριος τό τονίζει αὐτό, ὅτι πούλησε τά πάντα, γιά ν᾿ ἀγοράσει τό χωράφι πού εἶχε τόν θησαυρό. Ὕστερα βέβαια θά χρειαζόταν νά γίνει ἀρκετή ἐργασία στό χωράφι, ἀλλά ἔπρεπε πρῶτα ν᾿ ἀγορασθεῖ τό χωράφι δίνοντας τά πάντα.

Ὁ Κύριος περιμένει νά δεῖ ὅτι τόν ζητοῦμε, ὅτι τόν ἀγαποῦμε, ὅτι τόν ποθοῦμε καί ὅτι δίνουμε γι᾿ αὐτόν τά πάντα. Δέν θά βροῦμε τόν θησαυρό, ἐπειδή δίνουμε τά πάντα. Ὁ Κύριος θά φανερώσει τόν θησαυρό, ἀλλ᾿ ὅμως θά τόν φανερώσει, ὅταν μᾶς δεῖ ἔτσι. Ὅταν συναντήσει ὁ Κύριος μιά ψυχή ἡ ὁποία ἔτσι τά παίρνει τά πράγματα, δέν μπορεῖ νά μήν τῆς δώσει αὐτόν τόν οὐράνιο θησαυρό.

{Καλούμαστε νά γίνουμε κληρονόμοι τοῦ οὐρανίου θησαυροῦ}

Τί νά πῶ τώρα; Νά μήν πῶ πάλι ὁρισμένα πράγματα; Εἶναι σάν νά παραπονοῦμαι πάλι καί ἔτσι σᾶς φέρνω σέ δύσκολη θέση καί σᾶς στενοχωρῶ. Ἀλλ᾿ ὅμως δέν μπορεῖ νά μήν τά πεῖ κανείς. Κάνει ἐντύπωση ὅτι, ἐνῶ αὐτά πού λέμε τώρα εἶναι τόσο ἁπλά, εἶναι καί εὔκολα, ἐνῶ τόσο καθαρά καί τόσο ἀπόλυτα τά ἔχει πεῖ ὁ Κύριος στήν παραβολή καί δέν τά εἶπε γιά λίγους, γιά κάποιους ἐκλεκτούς ἀλλά γιά ὅλους, τελικά οἱ χριστιανοί _γιά τούς χριστιανούς μιλοῦμε_ σάν νά μή θέλουν νά τά καταλάβουν ὅτι εἶναι ἔτσι, σάν νά μή θέλουν νά τά πιάσουν ἔτσι, σάν νά μή θέλουν νά τά δεχθοῦν ὅτι εἶναι ἔτσι. Κατά τά ἄλλα βέβαια φιλότιμα κοπιάζουν, ἐργάζονται, ἀσκοῦνται, ἀγωνίζονται, κάνουν πολλά πράγματα, ἀλλά σάν νά μήν προσέχουν τόν Κύριο τί λέει σ᾿ αὐτό τό σημεῖο, σάν νά μήν τόν ἀκοῦν, σάν νά μήν τόν καταλαβαίνουν.

Καί ὅταν ἀκόμη, ἄς ὑποθέσουμε, μέ τή θέλησή του τόν καθίσεις τόν ἄλλο κάτω καί ἀρχίσεις νά τοῦ τά λές, ὅσο κι ἄν δείχνει ὅτι σέ προσέχει, ὅσο κι ἄν δείχνει ὅτι ἔχει διάθεση, ὅσο κι ἄν λέει καί ξαναλέει ὅτι τό θέλει καί τό ἐπιθυμεῖ νά φωτισθεῖ, δέν καταλαβαίνει. Τελικά δέν πιάνει αὐτή τήν ἀλήθεια, ὅτι καλεῖται κανείς νά γίνει κληρονόμος αὐτοῦ τοῦ θησαυροῦ, νά γίνει κοινωνός καί μέτοχος αὐτοῦ τοῦ θησαυροῦ. Δέν ἐκλήθη γιά κάτι ἄλλο, ὥστε νά ἀρκεῖ ἁπλῶς νά εἶναι καί λίγο χριστιανός, ἀλλά ἐκλήθη γι᾿ αὐτό. Δηλαδή πρέπει νά στραφεῖ πρός τόν θησαυρό, νά ἐπιθυμήσει τόν θησαυρό, ἀλλά καί νά ἐκδηλωθεῖ ἡ ἐπιθυμία του αὐτή ἔτσι, σάν νά πουλάει τά πάντα καί ἀγοράζει αὐτό τό ἕνα χωράφι πού ἔχει αὐτόν τόν θησαυρό, σάν νά πουλάει τά πάντα καί ἀγοράζει τόν πολύτιμο μαργαρίτη, γιά τόν ὁποῖο ἐπίσης ὁμιλεῖ ὁ Κύριος (Ματθ. 13, 45).

Τό χειρότερο εἶναι ὅτι ὄχι μόνο παίρνει κανείς τσιγκούνικη στάση ἀπέναντι στόν Θεό, δηλαδή ὄχι μόνο δέν ἐνεργεῖ, ὅπως θά ἤθελε ὁ Κύριος νά ἐνεργήσει, ἀλλά καί δέν καταλαβαίνει. Προσπερνάει. Κάνει ὅτι δέν ἀντιλαμβάνεται, ἐνῶ εἶναι ἁπλά τά πράγματα. Ἐμεῖς πού εἴμαστε αὐτή τήν ὥρα ἐδῶ, ἔχουμε ὁ καθένας μας καί τά βάσανά μας _σάν πολύ αὐτά τά μελετοῦμε καί τά προσέχουμε_ καί τίς στενοχώριες μας καί τά προβλήματά μας καί τά κουσούρια μας καί τίς ἀδυναμίες μας. Ἔ, ναί. Αὐτά εἶναι γνωστό ὅτι ὑπάρχουν. Ὅμως αὐτά ὑπάρχουν, γιά νά βοηθήσουν κι αὐτά νά κάνουμε ἀκριβῶς αὐτό τό ἕνα· νά πουλήσουμε τά πάντα καί ν᾿ ἀγοράσουμε αὐτόν τόν θησαυρό. Ἡ κίνησή μας πρός τόν Χριστό νά ἔχει αὐτή τήν ἔννοια ὅτι πουλοῦμε τά πάντα καί ἀγοράζουμε τόν θησαυρό.

Αὐτό εἶναι τόσο ἁπλό. Καί ὅμως δέν μπορεῖ κανείς νά ἀντιληφθεῖ ὅτι δέν τό καταλαβαίνει καί μένει ἀμέτοχος καί τά χάνει ὅλ᾿ αὐτά. Ἐμεῖς λοιπόν πού εἴμαστε τώρα ἐδῶ, δέν ἔχουμε καμιά δυσκολία. Ἄς ἔχουμε τά ὁποιαδήποτε προβλήματα. Μποροῦν αὐτά ὄχι μόνο νά μή μᾶς ἐμποδίσουν, ἀλλά αὐτά τά ἴδια μποροῦν νά μᾶς σπρώξουν νά ζητήσουμε τόν θησαυρό. Ἄλλωστε, γι᾿ αὐτό τά ἐπιτρέπει ὁ Θεός. Ἀκόμη καί τίς ὁποιεσδήποτε ἀδυναμίες μας.

Γιά νά φέρουμε ἕνα παράδειγμα, γράφει κάποιος _τό εἶχα πεῖ νομίζω καί πολύ παλαιότερα_ τό ἑξῆς· Ἐάν δέν εἴχαμε τίς διάφορες δυσκολίες καί τά βάσανα πού ἔχουμε στή ζωή καί πήγαιναν ὅλα πολύ ὡραῖα καί πολύ ὄμορφα, μπορεῖ νά φαντασθεῖ κανείς πόσο πολύ περισσότερο θά ἤμασταν προσκολλημένοι σ᾿ αὐτή τή ζωή; Ποῦ νά σκεφθεῖς ἔπειτα γιά οὐράνιο θησαυρό, ποῦ νά τόν ἐπιθυμήσεις, ποῦ νά τόν ζητήσεις αὐτόν τόν θησαυρό καί νά κινηθεῖς πρός αὐτόν; Νοητικά, μέ τό μυαλό σου δηλαδή, μέ τή σκέψη σου, μπορεῖ νά σκεφθεῖς, ἀλλά στήν πραγματικότητα, στήν οὐσία, ποῦ νά σκεφθεῖς; Ἐνῶ τώρα ἡ ζωή, μέ ὅσα κάθε μέρα μᾶς παρουσιάζει, τρόπον τινά εἶναι σάν νά μᾶς σπρώχνει καί νά μᾶς λέει· «Πολύ σκύβετε ἐδῶ. Πολύ κολλήσατε ἐδῶ. Πολύ προσέχετε τά ἐδῶ. Πολύ ἀγκιστρωθήκατε καί αἰχμαλωτισθήκατε». Σάν νά μᾶς σπρώχνει αὐτή ἡ ἴδια ἡ ἐδῶ ζωή. Πῶς θά μᾶς ἔσπρωχνε κάποιος, πού καταλαβαίνει ὅτι πρέπει ν᾿ ἀπομακρυνθοῦμε ἀπ᾿ αὐτόν καί νά πᾶμε πρός ἄλλη κατεύθυνση, κι ἐμεῖς δέν λέμε νά τό κουνήσουμε ἀπό κεῖ; Ἔτσι μᾶς σπρώχνουν ὅλ᾿ αὐτά.

{Ὅταν σοῦ ἀποκαλύπτεται ὁ οὐράνιος θησαυρός, θέλεις δέν θέλεις, ἡ ψυχή σου ἔχει πανηγύρι}

Καί γιά νά μή σᾶς κουράζω, κάτι ἀκόμη νά ποῦμε καί νά τελειώσουμε. Ὅπως ἐδῶ ἡ Ἐκκλησία βρίσκει τόν θησαυρό _τήν κάρα τοῦ Προδρόμου_ καί τό κάνει γιορτή, ἔτσι ὅταν σοῦ ἀποκαλύπτεται ὁ θησαυρός, τρόπον τινά, θέλεις δέν θέλεις, γίνεται γιορτή στήν ψυχή σου, θέλεις δέν θέλεις, ἡ ψυχή σου ἔχει πανηγύρι, τρόπον τινά ἔχεις διάθεση δέν ἔχεις διάθεση, ἡ ψυχή σου ἔχει πάσχα μέσα της, ἔχει ἀνάσταση μέσα της. Κι ὅταν αὐτό γίνεται συχνά-πυκνά, κι ὅταν αὐτό μετά φθάσει νά ἔχει ἕναν σταθερό χαρακτήρα, δηλαδή κάθε μέρα ὅλο καί περισσότερο φανερώνεται ὁ θησαυρός, κάθε μέρα ὅλο καί περισσότερο ἀποκαλύπτεται, τότε ἔχεις γιορτή, ἄσχετα ἀπό τά ὁποιαδήπτε προβλήματα καί τίς ὁποιεσδήποτε καταστάσεις. Γιορτάζεις καί ὅλους τούς καλεῖς νά γιορτάσουν μαζί σου, νά χαροῦν μαζί σου, ὅπως ἡ Ἐκκλησία κάθε φορά πού εὕρισκε θησαυρούς _τά λείψανα τῶν ἁγίων κλπ._ καλοῦσε τούς πιστούς νά γιορτάσουν. Ὄχι ἅπαξ, ἀλλά κάθε χρόνο, ὅπως καί ἀπόψε συναχθήκαμε, ἀκριβῶς γιά νά πανηγυρίσουμε ἕνα τέτοιο γεγονός. Ἡ Ἐκκλησία δηλαδή καί ἀπόψε μᾶς καλεῖ καί σάν νά μᾶς λέει· «Ἄς πανηγυρίσουμε, ἄς γιορτάσουμε καί φέτος τήν εὕρεση τῆς κάρας τοῦ Τιμίου Προδρόμου».

Εὔχομαι, ἀδελφοί μου, ὁ Θεός νά μᾶς βοηθήσει, γιά νά κάνουμε ἐμεῖς ἀπό τή δική μας πλευρά ὅ,τι χρειάζεται, γιά νά κινηθοῦμε ἔτσι ὅπως εἴπαμε. Πρῶτα δηλαδή γιά νά καταλάβουμε ὅλ᾿ αὐτά καί ν᾿ ἀνησυχήσουμε λίγο, καί στή συνέχεια γιά νά ξυπνήσουμε καί νά μή μᾶς αἰχμαλωτίζουν πλέον ἄλλα πράγματα, ἀλλά νά ποθήσουμε αὐτόν τόν οὐράνιο θησαυρό. Καί ὁ Κύριος πού μένει πιστός στόν λόγο του, θά μᾶς τόν ἀποκαλύψει τόν θησαυρό.

Καί εὔχομαι κάθε μέρα ὅλο καί περισσότερο νά μᾶς φανερώνεται αὐτός ὁ θησαυρός, κάθε μέρα ὅλο καί πιό πολύ νά γινόμαστε κοινωνοί τοῦ θησαυροῦ αὐτοῦ, μέτοχοι καί κληρονόμοι τοῦ θησαυροῦ αὐτοῦ. Μετά, δέν χρειάζεται νά μᾶς παρακινήσει κανείς νά ἔχουμε γιορτή στήν ψυχή μας, δέν χρειάζεται νά μᾶς τό θυμίσει κανείς νά γιορτάζει ἡ ψυχή μας, νά πανηγυρίζει, νά εὐφραίνεται καί νά ἀγάλλεται. Αὐτό τό γεγονός, τό ὁποῖο θά γίνεται κάθε τόσο καί θά φθάσει στό σημεῖο νά εἶναι συνεχές, αὐτό τό ἴδιο τό γεγονός θά δημιουργεῖ αὐτή τήν ἑορταστική κατάσταση.

Καί ἔτσι χαίρει κανείς. Χαίρει καί δέν ξέρει τί νά προτιμήσει· νά μείνει μέ τή χαρά του καί νά διαλαλήσει αὐτή τή χαρά πρός πᾶσαν κατεύθυνσιν, γιά νά τήν ἀνακαλύψουν καί ἄλλοι, γιά νά δοθεῖ καί σ᾿ ἄλλους ἤ, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, νά φύγει ἀπό τή ζωή καί νά εἶναι μέ τόν Χριστό,3 καθώς αὐτή ἡ χαρά παρακινεῖ τόν ἄνθρωπο γιά τή μεγαλύτερη χαρά πού εἶναι πέρα ἀπό τόν κόσμο αὐτό, πέρα ἀπό τή ζωή αὐτή; Ἀλλά βρίσκουν αὐτά τή σειρά τους καί τακτοποιοῦνται. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ τά τακτοποιεῖ, καί δέν προβληματίζεται κανείς. Ὁ προβληματισμός εἶναι τόσος, ὅσος χρειάζεται, γιά νά γίνονται αὐτά ὅλο καί πιό ἔντονα, ὅλο καί πιό γνήσια καί πιό λαμπικαρισμένα καί νά ὠφελεῖται ὁ πιστός λαός τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ζεῖ κανείς ὡς χριστιανός, ἀποθνήσκει ὡς χριστιανός καί αἰώνια ἑορτάζει μέ τόν Θεό ὡς χριστιανός.

25-5-1988

* Ἀποσπάσματα ἀπό τό βιβλίο «Θέλεις νά ἁγιάσεις;» Α’ ἔκδ.